
Σε είδος πολυτελείας [1] τείνει να εξελιχθεί το μοσχαρίσιο κρέας. Το κύμα ακρίβειας «χτυπάει» πλέον και το χοιρινό. Η εξάπλωση της ευλογιάς έχει προκαλέσει σημαντικές αυξήσεις και στα αρνιά, τα κατσίκια και τα πρόβατα. Χριστούγεννα εν μέσω κύματος ακρίβειας για τους καταναλωτές.
Αλματώδη αύξηση στο μοσχαρίσιο κρέας
Οι τιμές ποικίλουν ανάλογα με το είδος, την κοπή, την προέλευση (εγχώριο/εισαγωγής), και το σημείο πώλησης (σούπερ μάρκετ/κρεοπωλείο). Στο μοσχάρι η μέση τιμή εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει τα 20 ευρώ το κιλό. Το φιλέτο έχει φτάσει τα 35 €/κιλό.
Οι τιμές του βόειου κρέατος αναμένεται να παραμείνουν υψηλές, αν όχι να αυξηθούν περαιτέρω, λόγω της περιορισμένης εγχώριας παραγωγής και της εξάρτησης από τις εισαγωγές. Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ), τα τελευταία χρόνια έχει εγκαταλείψει τον κλάδο περίπου το 6% των παραγωγών, κυρίως νέοι. Αυτό από μόνο του έχει οδηγήσει σε μείωση κατά 8% των εκμεταλλεύσεων που παράγουν ελληνικό βόειο κρέας.
Η εμπειρία των προηγούμενων μηνών και οι εκτιμήσεις της αγοράς δείχνουν ότι η ακρίβεια αφορά ένα ευρύ φάσμα βασικών αγαθών, διατηρώντας τους ρυθμούς αύξησης σε επίπεδα που προκαλούν ασφυξία στα νοικοκυριά.
– Φρέσκα Προϊόντα (Φρούτα και Λαχανικά): Η κατηγορία αυτή υφίσταται συνεχείς πιέσεις. Οι κλιματικές αλλαγές και οι ακραίες καιρικές συνθήκες έχουν πλήξει σοδειές, ενώ το αυξημένο κόστος παραγωγής (λίπανση, άρδευση, ενέργεια) και οι ανατιμήσεις στην εφοδιαστική αλυσίδα διατηρούν τις τιμές σε πολύ υψηλά επίπεδα. Η εποχικότητα δεν λειτουργεί πλέον ως ρυθμιστής των τιμών, με τους καταναλωτές να αναγκάζονται να περιορίσουν την αγορά τους.
– Γαλακτοκομικά και Αυγά: Το κόστος της ζωοτροφής, το οποίο αποτελεί σημαντικό παράγοντα κόστους για την κτηνοτροφία, παραμένει αυξημένο, καθώς η Ελλάδα εισάγει σημαντικό μέρος της. Αυτό μετακυλίεται άμεσα στις τιμές του γάλακτος, των τυριών και των αυγών. Η υψηλή διεθνής τιμή των πρώτων υλών θέτει σημαντικά όρια στη συγκράτηση του κόστους.
– Ελαιόλαδο: Το ελληνικό «υγρό χρυσάφι» παραμένει στην κορυφή των ανατιμήσεων. Οι κακές σοδειές λόγω της κλιματικής αλλαγής, σε συνδυασμό με την αυξημένη διεθνή ζήτηση, έχουν εκτοξεύσει την τιμή του σε δυσθεώρητα ύψη, καθιστώντας το πλέον είδος πολυτελείας για πολλά νοικοκυριά. Η έλλειψη παραγωγής σε άλλες μεσογειακές χώρες έχει εντείνει το πρόβλημα.
– Είδη «Καλαθιού» (Ψωμί, Ζυμαρικά, Όσπρια): Τα βασικά είδη διατροφής, που αποτελούν τον «πυρήνα» της καθημερινής δίαιτας, συνεχίζουν να επιβαρύνουν σημαντικά τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Το υψηλό κόστος του σιταριού και των δημητριακών, μαζί με το αυξημένο ενεργειακό κόστος στη μεταποίηση, διατηρεί τις τιμές σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα σε σχέση με την προηγούμενη διετία.
Η επίμονη ακρίβεια στα τρόφιμα λειτουργεί ως «κρυφός φόρος» για τα νοικοκυριά, διαβρώνοντας την αγοραστική τους δύναμη. Η ποσοστιαία αύξηση στο κόστος της διατροφής -που αποτελεί αναγκαστική δαπάνη- υπερκαλύπτει συχνά την όποια ονομαστική αύξηση στους μισθούς ή τις συντάξεις.
Για το μέσο ελληνικό νοικοκυριό, η δαπάνη για τρόφιμα είναι σημαντικά υψηλότερη ως ποσοστό του εισοδήματος σε σχέση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Ως αποτέλεσμα, η αύξηση 2,6% ή 3,1% στην κατηγορία αυτή έχει δραματικότερο αντίκτυπο στην καθημερινότητα. Η αδυναμία του γενικού πληθωρισμού να συμπαρασύρει προς τα κάτω τις τιμές των τροφίμων δείχνει πως οι πληθωριστικές πιέσεις στη συγκεκριμένη κατηγορία έχουν ριζώσει βαθιά, καθιστώντας την προσπάθεια για κάλυψη των βασικών αναγκών έναν μόνιμο αγώνα.
Τα στοιχεία των ΕΛΣΤΑΤ και Eurostat για τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο του 2025 στα είδη διατροφής καταδεικνύουν ότι η κρίση ακρίβειας δεν έχει ακόμη υποχωρήσει. Το κόστος της διαβίωσης παραμένει υψηλό και η αδυναμία αποκλιμάκωσης στις βασικές κατηγορίες τροφίμων εξακολουθεί να τσακίζει τα εισοδήματα των ελληνικών νοικοκυριών.
