‘Η δεύτερη έξοδος από τα Μνημόνια…’ του Κώστα Τσιάρα
Η 21η Αυγούστου που ξημερώνει, δεν είναι η πρώτη μέρα χωρίς μνημόνια. Είχε προηγηθεί η άτακτη λήξη της δεύτερης παράτασης του δευτέρου μνημονίου που είχε αποφασίσει εν μέσω δημιουργικής ασάφειας ο πρώην Υπουργός Οικονομικών κ. Γιάνης Βαρουφάκης. Έτσι, ξημερώματα της 1ης Ιουλίου του 2015, επί της πρώτης διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, η Ελλάδα βρέθηκε για πρώτη φορά από την έναρξη της Οδύσσειας των Μνημονίων χωρίς πρόγραμμα.
Οι εξελίξεις που πυροδοτήθηκαν από την απόφαση Τσίπρα - Βαρουφάκη να «σκοτώσουν» την τρόικα, είναι λίγο - πολύ γνωστές. Η ΕΚΤ υποχρεώθηκε να εξαιρέσει την Ελλάδα από το waiver, κλείνοντας τους κρουνούς της ρευστότητας που είχαν αρχίσει δειλά, ήδη από τα τέλη του 2014, να ρέουν φθηνό χρήμα προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Και την ίδια ακριβώς στιγμή που ξεκινούσε η χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, με ευθύνη του απερχόμενου πρωθυπουργού, η Ελλάδα βρέθηκε να κρατάει ομπρέλα μέσα σε μια κυριολεκτική καταιγίδα φθηνού χρήματος στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Ακολούθησε ένα απίθανο δημοψήφισμα, με μια εξίσου εντυπωσιακή «κωλοτούμπα» του κ. πρωθυπουργού που έφεραν ένα ακόμα μνημόνιο, το μνημόνιο του κ. Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, ανήμερα τον Δεκαπενταύγουστο του 2015.
Στον πηγαιμό για την Ιθάκη, ο κ. Τσίπρας φρόντισε να είναι πολύ μακρύς ο δρόμος... Αλλά, δυστυχώς, το λιμάνι στο οποίο φτάνει η χώρα μας μετά από 8 χρόνια μνημονίων, δεν είναι καθόλου απάνεμο. Για τρεις κυρίως λόγους:
Πρώτον, γιατί η πολιτική αβεβαιότητα που πυροδοτείται από μια αδύναμη κυβέρνηση στο εσωτερικό, σε συνδυασμό με την αστάθεια στον ευρωπαϊκό Νότο, έχουν ήδη εκτοξεύσει τις αποδόσεις των ελληνικών τίτλων και έχουν αναβάλει επ’ αόριστον την έξοδο στις διεθνείς αγορές.
Δεύτερον, η ανικανότητα της κυβέρνησης να πείσει για τις δυνατότητες αναχρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας έχουν αναζωπυρώσει τις αμφιβολίες για την επάρκεια του cash buffer. Ως αποτέλεσμα, η αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας από τους διεθνείς οίκους παραμένει συγκρατημένη. Σε αυτό το φόντο για την ελληνική οικονομία, η εκ νέου εξαίρεση της Ελλάδας από το waiver της ΕΚΤ, σηματοδοτεί την μείωση της πιστωτικής επέκτασης και νέους, ανυπέρβλητους περιορισμούς για υποψήφιους επενδυτές.
Τρίτον, γιατί η υπερφορολόγηση πολιτών και επιχειρήσεων θα παραμείνει εδώ και μετά τη σημερινή λήξη του μνημονίου. Από την κυβέρνηση της πρώτης φοράς αριστερά άλλωστε, σε αγαστή συνεργασία με την λαϊκίστικη δεξιά, έχουν ήδη συνομολογηθεί βαριά μέτρα για το 2019 και το 2020 που συνιστούν ουσιαστικά ένα ακόμα μνημόνιο, το 4ο μνημόνιο με βαριές υποχρεώσεις, αλλά χωρίς χρηματοδότηση. Ένα ακόμα μνημόνιο, χωρίς λεφτά.
Προφανώς, παρά τα μεγάλα λόγια του πρωθυπουργού, η λήξη του αχρείαστου τρίτου χρηματοδοτικού προγράμματος, στο οποίο μας ενέταξε -κακήν κακώς- η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα, αποτελεί μια εξέλιξη, η οποία, δεν έχει ουσιαστικό αντίκρισμα για την καθημερινότητα των πολιτών. Γιατί αν είχε πραγματικά ανακτηθεί η δημοσιονομική ευελιξία για την οποία επαίρεται ο πρωθυπουργός, η κυβέρνηση θα είχε αποδεχτεί την τροπολογία της Νέας Δημοκρατίας για την ακύρωση της περικοπής των συντάξεων από την 1/1/2019, που έχει υπογράψει η απερχόμενη κυβέρνηση του κ. Τσίπρα.
Δεν υπάρχει σοβαρός οικονομολόγος στην υφήλιο που να μην αντιλαμβάνεται ότι στην ελληνική οικονομία, υπάρχει ένα τεράστιο επενδυτικό κενό. Μια τεράστια επενδυτική υστέρηση περίπου 100 δις ευρώ που χρειάζεται η ελληνική οικονομία για να σταθεί ξανά στα πόδια της και να ανακτήσει το χαμένο έδαφος των τελευταίων ετών. Να αποκαταστήσει την απασχόληση, και να ξανακερδίσει το χαμένο εισόδημα των πολιτών της.
Τίποτα, όμως, δεν μπορεί να επιτευχθεί με ευχολόγια.
Η Νέα Δημοκρατία έχει συντάξει ένα επαρκές και αξιόπιστο σχέδιο επανόδου στην κανονικότητα. Η σταθερή προσήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ανάγκη υιοθέτησης ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων στις αγορές και το Κράτος, αποτελούν τα εχέγγυα για τη συγκρότηση μιας αξιόπιστης κυβέρνησης που θα προωθήσει, χωρίς καθυστερήσεις, τις αναγκαίες θεσμικές αλλαγές. Αλλαγές, όχι μόνο αναγκαίες, αλλά και ικανές να καταστήσουν τη χώρας μας ξανά έναν ελκυστικό πόλο νέων παραγωγικών επενδύσεων. Αλλαγές που θα αποκαταστήσουν τους ρυθμούς ανάπτυξης κοντά σε ποσοστά του 4% για να κλείσουν οριστικά και πραγματικά τον κύκλο της εξάρτησης της ελληνικής οικονομίας.
- Εισέλθετε στο σύστημα ή εγγραφείτε για να υποβάλετε σχόλια