Αθλητικά - 2 μήνες 2 ημέρες πιο πριν
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΚΩΣΤΑ ΤΣΙΑΡΑ ΣΤΟΝ ΥΠΟΥΡΓΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΑΓΡΟΤΕΜΑΧΙΩΝ
Υποβλήθηκε στις Τετ, 06/11/2013 - 12:17.
Εκτυπώσιμη μορφή
Την κατηγορηματική τους αντίθεση στη φορολόγηση της αγροτικής-παραγωγικής γης επαναλαμβάνουν με επιστολή τους προς τον υπουργό Οικονομικών κ. Γιάννη Στουρνάρα, ο βουλευτής Καρδίτσας Κωνσταντίνος Τσιάρας της Ν.Δ. κ. και οι προσυπογράφοντες βουλευτές Γιώργος Κωνσταντόπουλος Πιερίας, Γιώργος Καρασμάνης Πέλλας, Θεόφιλος Λεονταρίδης Σερρών, Αλέξανδρος Κόντος Ξάνθης, στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης και της υποβολής προτάσεων για το νομοσχέδιο που αφορά στον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων.
Ειδικότερα, οι 5 Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, επισημαίνουν ότι πουθενά στον κόσμο δεν φορολογείται η κατοχή και χρήση της αγροτικής γης, παρά μόνο το εισόδημα που προέρχεται από την εκμετάλλευσή της. Στην επιστολή τους κάνουν ειδική αναφορά και ζητούν την αναθεώρηση των διατάξεων του νομοσχεδίου για τους συντελεστές θέσης των αγροτεμαχίων, τις διακρίσεις ανάμεσα στις καλλιέργειες, την φορολόγηση κτισμάτων εντός της αγροτικής γης κτλ, ζητώντας ενόψει και της νέας ΚΑΠ την μεγιστοποίηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και όχι τη συρρίκνωσή τους.
Στην περίπτωση που η κυβέρνηση εμμείνει στην θέση για την ανάγκη της φορολόγησης των αγροτεμαχίων, ζητούν το ποσό του φόρου να είναι συμβολικό. Ταυτόχρονα αντικρούουν το επιχείρημα ότι αν δεν φορολογηθεί η αγροτική γη, θα πρέπει να βρεθούν ισοδύναμα δημοσιονομικά μέτρα, παραθέτοντας σειρά από τέτοια που ήδη εφαρμόζονται.
Κατόπιν τούτων, καταλήγοντας στην επιστολή τους προς τον κ.Στουρνάρα, οι βουλευτές επισημαίνουν πως η επιβολή «εύκολων» ταμειακών μέτρων, για εισπρακτικούς και μόνο σκοπούς, θα προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στον αγροτικό πληθυσμό και πληθώρα προβλημάτων στην εν γένει λειτουργία της πρωτογενούς παραγωγής.
«Σπέρνοντας ανέμους, μόνο θύελλες θερίζεις», τονίζουν.
Αναλυτικά το κείμενο της επιστολής έχει ως εξής:
Προς: τον Υπουργό Οικονομικών κο Γιάννη Στουρνάρα
Αθήνα
Κύριε Υπουργέ,
Στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης, που αφορά στο προσχέδιο νόμου περί «Ενιαίου Φόρου Ακινήτων» σας εκθέτουμε τις παρακάτω κοινές απόψεις μας:
Η αγροτική-παραγωγική γη είναι εθνικό, δημόσιο αγαθό, καθώς αποτελεί το βασικό συντελεστή-κεφάλαιο της πρωτογενούς παραγωγής, για την εξασφάλιση σε πρώτο στάδιο της διατροφικής επάρκειας.
Πουθενά στον κόσμο δεν φορολογείται η κατοχή-χρήση της αγροτικής γης, παρά μόνο το εισόδημα που προέρχεται από την εκμετάλλευσή της. Όπως, άλλωστε, πουθενά στον κόσμο δεν φορολογούνται τα μηχανήματα ενός εργοστασίου.
Αποτελεί δε… παγκόσμια πρωτοτυπία, όπως προβλέπεται στο σχέδιο νόμο για τον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων, η φορολόγηση της αγροτικής-παραγωγικής γης με συντελεστές ανάλογα με το εάν αυτή «βλέπει» ή όχι σε δρόμο ή εθνική οδό ή με το πόσο απέχει από τη θάλασσα. Σύμφωνα με την επιστήμη της Αγροτικής Οικονομίας η εκτίμηση της αξίας της αγροτικής γης γίνεται με τη μέθοδο της κεφαλαιοποίησης της επιτυγχανόμενης εγγείου προσόδου ή του λαμβανομένου ενοικίου, και όχι φυσικά με τη γειτνίασή της ή μη με παραθαλάσσια περιοχή.
Η φορολόγηση της αγροτικής-παραγωγικής γης θα μπορούσε να γίνει, έστω και με έντονη αντίδραση, αποδεκτή μόνο στην περίπτωση που επρόκειτο περί ενός εκτάκτου-εφάπαξ μέτρου για τη βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι το ύψος του τιμήματος-φόρου ήταν για τους αγρότες κατόχους αγροτικής-παραγωγικής γης «συμβολικού» χαρακτήρα, ώστε να τηρηθεί η συνταγματική επιταγή συμβολής τους στα φορολογικά βάρη.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις κρίνεται ως απαράδεκτη, εγείροντας ενδεχομένως ζητήματα αντισυνταγματικότητας και τυχόν παραβίασης διατάξεων του ευρωπαϊκού δικαίου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όπως για παράδειγμα ο εφαρμοζόμενος συντελεστής απομείωσης επιφάνειας στα αγροτεμάχια με έκταση άνω των 130 ή 500 στρεμμάτων έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της αναλογικότητας του άρθρου 4, παρ. 5 του Συντάγματος, γιατί η αξία του γεωργικού εδάφους αυξάνεται και δεν μειώνεται στα μεγαλύτερα αγροτεμάχια (λόγω μειωμένου κόστους παραγωγής) ή στην περίπτωση των δασών και δασικών εκτάσεων, που φορολογούνται με τη μισή (συντελεστής χρήσης=0,5) κτηματομεσιτική-οικοπεδική αξία της έκτασης (άρθρο 24, παρ.1 του Συντάγματος).
Εάν παρόλα αυτά, για εισπρακτικούς και μόνο λόγους, η κυβέρνηση εμμένει στην επιβολή φορολογίας στην αγροτική- παραγωγική γη, αυτή κατά την γνώμη μας θα πρέπει να είναι όπως επισημάναμε προηγούμενα «συμβολική» (π.χ. μισό ευρώ το στρέμμα), μόνο και μόνο για να μην υπάρχει το επιχείρημα ότι, οι αγρότες δεν συμβάλλουν στα φορολογικά βάρη. Εξυπακούεται πως απαιτείται να απαλειφθούν από το νομοσχέδιο οι συντελεστές θέσης των αγροτεμαχίων, η διάκριση ανάμεσα σε καλλιέργειες, η φορολόγηση κτισμάτων εντός της αγροτικής γης, που έχουν να κάνουν με τις καλλιεργητικές-παραγωγικές δραστηριότητες και να αναμορφωθούν οι συντελεστές απομείωσης επιφανείας.
Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να λησμονείται πως, με την εφαρμογή από την επόμενη χρονιά της καινούργιας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), η ενεργοποίηση δικαιωμάτων ενιαίας κοινοτικής ενίσχυσης θα γίνεται με μοναδικό κριτήριο τη χρησιμοποιούμενη αγροτική γη (καλλιεργήσιμη + βοσκότοποι), άρα η αγροτική-παραγωγική γη θα αποτελεί το μοναδικό κριτήριο για την είσπραξη από τους αγρότες των κοινοτικών επιδοτήσεων.
Έτσι, η φορολόγηση της αγροτικής γης μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως μέτρο διαρθρωτικού χαρακτήρα, για την αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων στη χώρα μας, την αύξηση του αγροτικού εισοδήματος και κατ΄ επέκταση την αύξηση φορολογικών εσόδων από το αγροτικό εισόδημα και τους έμμεσους φόρους (ΦΠΑ). Δηλαδή, να φορολογείται η αγροτική-καλλιεργημένη γη με το ελάχιστο, «συμβολικό» ποσό και η γη που παραμένει χέρσα, ακαλλιέργητη και γενικά αναξιοποίητη (πέρα από τις όποιες επιταγές της νέας ΚΑΠ, που θα τεθεί σε εφαρμογή από 1.1.2015), να διευκολυνθεί φορολογικά, ώστε να κρίνεται ασύμφορη η παραμονή της σε σχολάζουσα μορφή. Αυτό μάλιστα θα επιτευχθεί ευκολότερα εάν υπάρξει παράλληλη μεταβολή-ελάφρυνση ή ακόμα και κατάργηση στους φόρους μεταβίβασης σχολάζουσας αγροτικής γης σε κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, συμβάλλοντας καθοριστικά στη δημιουργία ενός αναπτυξιακού παραγωγικού μοντέλου στον πρωτογενή τομέα, το οποίο σήμερα είναι αναγκαίο.
Για όσους επιζητούν ισοδύναμα δημοσιονομικά μέτρα, προκειμένου να μην φορολογηθούν οι αγροτικές εκτάσεις, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι τέτοια μέτρα ήδη υπάρχουν, ισχύουν, εφαρμόζονται ή πρόκειται να εφαρμοστούν σε σύντομο χρονικό διάστημα, προβλέποντας φορολογικά έσοδα πολλαπλάσια από τον ενιαίο φόρο ακινήτων στα χωράφια. Συγκεκριμένα:
Από τη μείωση, από το 11% σε 6%, του συντελεστή επιστροφής ΦΠΑ στους αγρότες του ειδικού φορολογικού καθεστώτος, έχει προκύψει ετήσιο έσοδο υπέρ του ελληνικού δημοσίου 200 περίπου εκατ. ευρώ.
Φέτος οι αγρότες φορολογούνται με την κλίμακα φορολογίας μισθωτών-συνταξιούχων και με φορολογικούς συντελεστές κατά πολύ υψηλότερους από εκείνους που ίσχυσαν πέρυσι και τα προηγούμενα χρόνια, όταν η φορολόγηση των αγροτών γινόταν με τους λεγόμενους αντικειμενικούς συντελεστές γαιοπροσόδου.
• Από την επόμενη χρονιά προβλέπεται η εφαρμογή του μέτρου της φορολόγησης των αγροτών μέσω της τήρησης βιβλίων και στοιχείων. Και στις δύο περιπτώσεις (φέτος, από του χρόνου και μετά) τα φορολογικά έσοδα του ελληνικού δημοσίου κατά πολύ υψηλότερα σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
• Μάλιστα από του χρόνου, με την τήρηση βιβλίων και στοιχείων, οι αγρότες θα θεωρούνται ως ελεύθεροι επαγγελματίες, οπότε θα υπόκεινται και στο τέλος επιτηδεύματος, που με συντηρητικούς υπολογισμούς θα προσεγγίζει τα 200-250 εκατ. ευρώ ετησίως.
• Με την τήρηση βιβλίων και στοιχείων διευκολύνεται η αντιμετώπιση της φοροαποφυγής και της εισφοροδιαφυγής και θα αυξηθούν τα έσοδα του κράτους από τη φορολογία, καθώς είναι κοινά παραδεκτό πως ένα μέρος της ακαθάριστης αξίας της αγροτικής παραγωγής παραμένει φορολογικά στο «απυρόβλητο», ενώ υπάρχει μεγάλη υστέρηση στην απόδοση ΦΠΑ και άλλων εισφορών.
• Ως ιδιοκτήτες σπιτιών οι αγρότες θα φορολογηθούν για πρώτη φορά τόσο για το κτίσμα, όσο και για το οικόπεδο μέσα στο οποίο είναι κτισμένη η κατοικία τους, γεγονός απαράδεκτο και έτσι τυχόν φορολόγηση και των χωραφιών τους θα σημαίνει τριπλή φορολογία για την ιδιότητα και μόνο του αγρότη.
Σύμφωνα με τα παραπάνω όχι έλλειμμα δεν πρόκειται να υπάρξει από τη μη φορολόγηση της αγροτικής γης ή τη φορολόγησή της με ένα «συμβολικό» ποσό, αλλά αύξηση των δημόσιων εσόδων, από τα «ισοδύναμα» μέτρα που ήδη ισχύουν ή που πρόκειται να ισχύσουν στο άμεσο μέλλον. Άλλωστε, το ζητούμενο μιας ευνομούμενης πολιτείας δεν είναι η φορολόγηση της κατοχής-χρήσης αγροτικής γης, αλλά του εισοδήματος που προκύπτει από την εκμετάλλευσή της. Άρα, το «φορολογικό στοίχημα» έγκειται στην αναμόρφωση της φορολογίας του αγροτικού εισοδήματος και όχι στην «εύκολη» λύση της φορολόγησης της αγροτικής γης. Είναι πέρα από κάθε λογική η φορολόγηση ξενοίκιαστων, ημιτελών, εγκαταλειμμένων, ετοιμόρροπων, μη ηλεκτροδοτούμενων κτισμάτων που δεν αποδίδουν εισόδημα.
Καταλήγοντας κύριε Υπουργέ πρέπει να σας επισημάνουμε πως οι «εύκολες» ταμιακές λύσεις γεννούν αντιδράσεις, πολύ πιο ισχυρές από εκείνες που κάποιος μπορεί να φανταστεί, ενώ αντί να εξυγιάνουν μια κατάσταση δημιουργούν ένα αρρωστημένο κλίμα, που σε καμιά περίπτωση δεν έχει να κάνει με τη συνταγματική επιταγή περί δίκαιας και ανάλογα του εισοδήματος κατανομή των φορολογικών βαρών. Απευχόμαστε την τυχόν εφαρμογή της ρήσης «όποιος σπέρνει ανέμους, θερίζει θύελλες».
Με τιμή
Κωνσταντίνος Τσιάρας, Βουλευτής Καρδίτσας
Γιώργος Καρασμάνης, Βουλευτής Πέλλας
Γιώργος Κωνσταντόπουλος, Βουλευτής Πιερίας
Θεόφιλος Λεονταρίδης, Βουλευτής Σερρών
Αλέξανδρος Κοντός, Βουλευτής Ξάνθης
Ειδικότερα, οι 5 Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας, επισημαίνουν ότι πουθενά στον κόσμο δεν φορολογείται η κατοχή και χρήση της αγροτικής γης, παρά μόνο το εισόδημα που προέρχεται από την εκμετάλλευσή της. Στην επιστολή τους κάνουν ειδική αναφορά και ζητούν την αναθεώρηση των διατάξεων του νομοσχεδίου για τους συντελεστές θέσης των αγροτεμαχίων, τις διακρίσεις ανάμεσα στις καλλιέργειες, την φορολόγηση κτισμάτων εντός της αγροτικής γης κτλ, ζητώντας ενόψει και της νέας ΚΑΠ την μεγιστοποίηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων και όχι τη συρρίκνωσή τους.
Στην περίπτωση που η κυβέρνηση εμμείνει στην θέση για την ανάγκη της φορολόγησης των αγροτεμαχίων, ζητούν το ποσό του φόρου να είναι συμβολικό. Ταυτόχρονα αντικρούουν το επιχείρημα ότι αν δεν φορολογηθεί η αγροτική γη, θα πρέπει να βρεθούν ισοδύναμα δημοσιονομικά μέτρα, παραθέτοντας σειρά από τέτοια που ήδη εφαρμόζονται.
Κατόπιν τούτων, καταλήγοντας στην επιστολή τους προς τον κ.Στουρνάρα, οι βουλευτές επισημαίνουν πως η επιβολή «εύκολων» ταμειακών μέτρων, για εισπρακτικούς και μόνο σκοπούς, θα προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στον αγροτικό πληθυσμό και πληθώρα προβλημάτων στην εν γένει λειτουργία της πρωτογενούς παραγωγής.
«Σπέρνοντας ανέμους, μόνο θύελλες θερίζεις», τονίζουν.
Αναλυτικά το κείμενο της επιστολής έχει ως εξής:
Προς: τον Υπουργό Οικονομικών κο Γιάννη Στουρνάρα
Αθήνα
Κύριε Υπουργέ,
Στο πλαίσιο της δημόσιας διαβούλευσης, που αφορά στο προσχέδιο νόμου περί «Ενιαίου Φόρου Ακινήτων» σας εκθέτουμε τις παρακάτω κοινές απόψεις μας:
Η αγροτική-παραγωγική γη είναι εθνικό, δημόσιο αγαθό, καθώς αποτελεί το βασικό συντελεστή-κεφάλαιο της πρωτογενούς παραγωγής, για την εξασφάλιση σε πρώτο στάδιο της διατροφικής επάρκειας.
Πουθενά στον κόσμο δεν φορολογείται η κατοχή-χρήση της αγροτικής γης, παρά μόνο το εισόδημα που προέρχεται από την εκμετάλλευσή της. Όπως, άλλωστε, πουθενά στον κόσμο δεν φορολογούνται τα μηχανήματα ενός εργοστασίου.
Αποτελεί δε… παγκόσμια πρωτοτυπία, όπως προβλέπεται στο σχέδιο νόμο για τον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων, η φορολόγηση της αγροτικής-παραγωγικής γης με συντελεστές ανάλογα με το εάν αυτή «βλέπει» ή όχι σε δρόμο ή εθνική οδό ή με το πόσο απέχει από τη θάλασσα. Σύμφωνα με την επιστήμη της Αγροτικής Οικονομίας η εκτίμηση της αξίας της αγροτικής γης γίνεται με τη μέθοδο της κεφαλαιοποίησης της επιτυγχανόμενης εγγείου προσόδου ή του λαμβανομένου ενοικίου, και όχι φυσικά με τη γειτνίασή της ή μη με παραθαλάσσια περιοχή.
Η φορολόγηση της αγροτικής-παραγωγικής γης θα μπορούσε να γίνει, έστω και με έντονη αντίδραση, αποδεκτή μόνο στην περίπτωση που επρόκειτο περί ενός εκτάκτου-εφάπαξ μέτρου για τη βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης της χώρας και μόνο υπό την προϋπόθεση ότι το ύψος του τιμήματος-φόρου ήταν για τους αγρότες κατόχους αγροτικής-παραγωγικής γης «συμβολικού» χαρακτήρα, ώστε να τηρηθεί η συνταγματική επιταγή συμβολής τους στα φορολογικά βάρη.
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις κρίνεται ως απαράδεκτη, εγείροντας ενδεχομένως ζητήματα αντισυνταγματικότητας και τυχόν παραβίασης διατάξεων του ευρωπαϊκού δικαίου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όπως για παράδειγμα ο εφαρμοζόμενος συντελεστής απομείωσης επιφάνειας στα αγροτεμάχια με έκταση άνω των 130 ή 500 στρεμμάτων έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της αναλογικότητας του άρθρου 4, παρ. 5 του Συντάγματος, γιατί η αξία του γεωργικού εδάφους αυξάνεται και δεν μειώνεται στα μεγαλύτερα αγροτεμάχια (λόγω μειωμένου κόστους παραγωγής) ή στην περίπτωση των δασών και δασικών εκτάσεων, που φορολογούνται με τη μισή (συντελεστής χρήσης=0,5) κτηματομεσιτική-οικοπεδική αξία της έκτασης (άρθρο 24, παρ.1 του Συντάγματος).
Εάν παρόλα αυτά, για εισπρακτικούς και μόνο λόγους, η κυβέρνηση εμμένει στην επιβολή φορολογίας στην αγροτική- παραγωγική γη, αυτή κατά την γνώμη μας θα πρέπει να είναι όπως επισημάναμε προηγούμενα «συμβολική» (π.χ. μισό ευρώ το στρέμμα), μόνο και μόνο για να μην υπάρχει το επιχείρημα ότι, οι αγρότες δεν συμβάλλουν στα φορολογικά βάρη. Εξυπακούεται πως απαιτείται να απαλειφθούν από το νομοσχέδιο οι συντελεστές θέσης των αγροτεμαχίων, η διάκριση ανάμεσα σε καλλιέργειες, η φορολόγηση κτισμάτων εντός της αγροτικής γης, που έχουν να κάνουν με τις καλλιεργητικές-παραγωγικές δραστηριότητες και να αναμορφωθούν οι συντελεστές απομείωσης επιφανείας.
Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να λησμονείται πως, με την εφαρμογή από την επόμενη χρονιά της καινούργιας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), η ενεργοποίηση δικαιωμάτων ενιαίας κοινοτικής ενίσχυσης θα γίνεται με μοναδικό κριτήριο τη χρησιμοποιούμενη αγροτική γη (καλλιεργήσιμη + βοσκότοποι), άρα η αγροτική-παραγωγική γη θα αποτελεί το μοναδικό κριτήριο για την είσπραξη από τους αγρότες των κοινοτικών επιδοτήσεων.
Έτσι, η φορολόγηση της αγροτικής γης μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως μέτρο διαρθρωτικού χαρακτήρα, για την αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων στη χώρα μας, την αύξηση του αγροτικού εισοδήματος και κατ΄ επέκταση την αύξηση φορολογικών εσόδων από το αγροτικό εισόδημα και τους έμμεσους φόρους (ΦΠΑ). Δηλαδή, να φορολογείται η αγροτική-καλλιεργημένη γη με το ελάχιστο, «συμβολικό» ποσό και η γη που παραμένει χέρσα, ακαλλιέργητη και γενικά αναξιοποίητη (πέρα από τις όποιες επιταγές της νέας ΚΑΠ, που θα τεθεί σε εφαρμογή από 1.1.2015), να διευκολυνθεί φορολογικά, ώστε να κρίνεται ασύμφορη η παραμονή της σε σχολάζουσα μορφή. Αυτό μάλιστα θα επιτευχθεί ευκολότερα εάν υπάρξει παράλληλη μεταβολή-ελάφρυνση ή ακόμα και κατάργηση στους φόρους μεταβίβασης σχολάζουσας αγροτικής γης σε κατά κύριο επάγγελμα αγρότες, συμβάλλοντας καθοριστικά στη δημιουργία ενός αναπτυξιακού παραγωγικού μοντέλου στον πρωτογενή τομέα, το οποίο σήμερα είναι αναγκαίο.
Για όσους επιζητούν ισοδύναμα δημοσιονομικά μέτρα, προκειμένου να μην φορολογηθούν οι αγροτικές εκτάσεις, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι τέτοια μέτρα ήδη υπάρχουν, ισχύουν, εφαρμόζονται ή πρόκειται να εφαρμοστούν σε σύντομο χρονικό διάστημα, προβλέποντας φορολογικά έσοδα πολλαπλάσια από τον ενιαίο φόρο ακινήτων στα χωράφια. Συγκεκριμένα:
Από τη μείωση, από το 11% σε 6%, του συντελεστή επιστροφής ΦΠΑ στους αγρότες του ειδικού φορολογικού καθεστώτος, έχει προκύψει ετήσιο έσοδο υπέρ του ελληνικού δημοσίου 200 περίπου εκατ. ευρώ.
Φέτος οι αγρότες φορολογούνται με την κλίμακα φορολογίας μισθωτών-συνταξιούχων και με φορολογικούς συντελεστές κατά πολύ υψηλότερους από εκείνους που ίσχυσαν πέρυσι και τα προηγούμενα χρόνια, όταν η φορολόγηση των αγροτών γινόταν με τους λεγόμενους αντικειμενικούς συντελεστές γαιοπροσόδου.
• Από την επόμενη χρονιά προβλέπεται η εφαρμογή του μέτρου της φορολόγησης των αγροτών μέσω της τήρησης βιβλίων και στοιχείων. Και στις δύο περιπτώσεις (φέτος, από του χρόνου και μετά) τα φορολογικά έσοδα του ελληνικού δημοσίου κατά πολύ υψηλότερα σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
• Μάλιστα από του χρόνου, με την τήρηση βιβλίων και στοιχείων, οι αγρότες θα θεωρούνται ως ελεύθεροι επαγγελματίες, οπότε θα υπόκεινται και στο τέλος επιτηδεύματος, που με συντηρητικούς υπολογισμούς θα προσεγγίζει τα 200-250 εκατ. ευρώ ετησίως.
• Με την τήρηση βιβλίων και στοιχείων διευκολύνεται η αντιμετώπιση της φοροαποφυγής και της εισφοροδιαφυγής και θα αυξηθούν τα έσοδα του κράτους από τη φορολογία, καθώς είναι κοινά παραδεκτό πως ένα μέρος της ακαθάριστης αξίας της αγροτικής παραγωγής παραμένει φορολογικά στο «απυρόβλητο», ενώ υπάρχει μεγάλη υστέρηση στην απόδοση ΦΠΑ και άλλων εισφορών.
• Ως ιδιοκτήτες σπιτιών οι αγρότες θα φορολογηθούν για πρώτη φορά τόσο για το κτίσμα, όσο και για το οικόπεδο μέσα στο οποίο είναι κτισμένη η κατοικία τους, γεγονός απαράδεκτο και έτσι τυχόν φορολόγηση και των χωραφιών τους θα σημαίνει τριπλή φορολογία για την ιδιότητα και μόνο του αγρότη.
Σύμφωνα με τα παραπάνω όχι έλλειμμα δεν πρόκειται να υπάρξει από τη μη φορολόγηση της αγροτικής γης ή τη φορολόγησή της με ένα «συμβολικό» ποσό, αλλά αύξηση των δημόσιων εσόδων, από τα «ισοδύναμα» μέτρα που ήδη ισχύουν ή που πρόκειται να ισχύσουν στο άμεσο μέλλον. Άλλωστε, το ζητούμενο μιας ευνομούμενης πολιτείας δεν είναι η φορολόγηση της κατοχής-χρήσης αγροτικής γης, αλλά του εισοδήματος που προκύπτει από την εκμετάλλευσή της. Άρα, το «φορολογικό στοίχημα» έγκειται στην αναμόρφωση της φορολογίας του αγροτικού εισοδήματος και όχι στην «εύκολη» λύση της φορολόγησης της αγροτικής γης. Είναι πέρα από κάθε λογική η φορολόγηση ξενοίκιαστων, ημιτελών, εγκαταλειμμένων, ετοιμόρροπων, μη ηλεκτροδοτούμενων κτισμάτων που δεν αποδίδουν εισόδημα.
Καταλήγοντας κύριε Υπουργέ πρέπει να σας επισημάνουμε πως οι «εύκολες» ταμιακές λύσεις γεννούν αντιδράσεις, πολύ πιο ισχυρές από εκείνες που κάποιος μπορεί να φανταστεί, ενώ αντί να εξυγιάνουν μια κατάσταση δημιουργούν ένα αρρωστημένο κλίμα, που σε καμιά περίπτωση δεν έχει να κάνει με τη συνταγματική επιταγή περί δίκαιας και ανάλογα του εισοδήματος κατανομή των φορολογικών βαρών. Απευχόμαστε την τυχόν εφαρμογή της ρήσης «όποιος σπέρνει ανέμους, θερίζει θύελλες».
Με τιμή
Κωνσταντίνος Τσιάρας, Βουλευτής Καρδίτσας
Γιώργος Καρασμάνης, Βουλευτής Πέλλας
Γιώργος Κωνσταντόπουλος, Βουλευτής Πιερίας
Θεόφιλος Λεονταρίδης, Βουλευτής Σερρών
Αλέξανδρος Κοντός, Βουλευτής Ξάνθης
Βαθμολογήστε το άρθρο:
- Εισέλθετε στο σύστημα ή εγγραφείτε για να υποβάλετε σχόλια