Αθλητικά - 3 μήνες 9 ώρες πιο πριν
ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΕΣΕΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ
Υποβλήθηκε στις Πέμ, 07/08/2014 - 12:32.
Εκτυπώσιμη μορφή
«Στοχευμένες προτάσεις φορολογικών ελαφρύνσεων για την αποκατάσταση των αδικιών από την υπερφορολόγηση προτείνει η ΕΣΕΕ»
Η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου απέστειλε υπόμνημα προς τον Πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά, τον υπουργό Οικονομικών κ. Γκίκα Χαρδούβελη, τον υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας κ. Νίκο Δένδια καθώς και προς τους αρχηγούς όλων των πολιτικών κομμάτων, στο οποίο αναφέρονται προτάσεις φορολογικής ελάφρυνσης στους παρακάτω τομείς:
3. Προκαταβολή Φόρου Εισοδήματος Επιχειρήσεων
4. Τέλος επιτηδεύματος
5. Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης
6. Ρύθμιση Ληξιπρόθεσμων Οφειλών στην Εφορία
7. Εκλογίκευση προστίμων και συνεπειών προς τους υπόχρεους
8. Αλλαγές στο σύστημα ΦΠΑ
11.Αξιοποίηση των Συνεταιριστικών Τραπεζών
12. Αποκατάσταση αδικιών και λαθών του ΕΝΦΙΑ
Επίσης, ειδική αναφορά γίνεται στις άμεσες προτεραιότητες του οικονομικού επιτελείου, οι οποίες συνοψίζονται στην εξεύρεση λύσης για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές στο δημόσιο και στις διορθώσεις αναφορικά με τα παρατηρούμενα "σημεία και τέρατα" του ΕΝΦΙΑ. Η ΕΣΕΕ ζητά να αξιολογηθεί ρεαλιστικά η σημερινή φοροδοτική δυνατότητα των Ελλήνων, η οποία έχει εξαντληθεί προ πολλού και να περιορίσει στο βαθμό που μπορεί τις «ορέξεις» της Τρόικας για τη λήψη νέων επώδυνων φορολογικών μέτρων ύψους 5,7 δις ευρώ, προκειμένου να καλυφθούν τα δημοσιονομικά κενά της διετίας 2015-16, τα οποία εκτιμώνται για το 2015 στα 2 δις ευρώ και για το 2016 σε επιπρόσθετα 3,7 δις ευρώ.
Οι περισσότερες φοροελαφρύνσεις ουσιαστικά σχετίζονται με την άρση των υφιστάμενων φορολογικών αδικιών και το μόνο απαιτούμενο από την Τρόικα πρέπει να εξειδικεύεται στην άμεση αποκατάστασή τους. Είναι τουλάχιστον οξύμωρο, πως ενώ τα εισοδήματα των μικρομεσαίων έχουν καταβαραθρωθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, οι φορολογικές επιβαρύνσεις συνεχίζουν ακάθεκτες την ανοδική τους πορεία, με αποτέλεσμα οι ληξιπρόθεσμες οφειλές να καταγράφουν έντονα αυξητικούς ρυθμούς της τάξεως του 1 δις ευρώ ανά μήνα.
Ήδη για το 2014, προβλέπεται πως οι πρόσθετοι φόροι από εισοδήματα και από το νέο φόρο ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) αναλογούν σε 3,75 δις ευρώ και 3,25 δις ευρώ αντίστοιχα, όταν τα εισοδήματα νοικοκυριών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχουν κυριολεκτικά καταρρεύσει, με αποτέλεσμα να κυμαίνονται στα επίπεδα της δεκαετίας του '90.
Αναφορικά με την εξαίρεση από τη χρέωση ΦΠΑ, στις ευεργετικές διατάξεις της οποίας εμπίπτει το 40% περίπου των πολύ μικρών επιχειρήσεων και των επαγγελματιών που αμείβονται με "μπλοκάκι", παρά το γεγονός πως το θεσπισθέν όριο του πραγματοποιούμενου τζίρου στα επίπεδα των 10.000 ευρώ θεωρείται ως ιδιαίτερα χαμηλό σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ, το ελληνικό εμπόριο κρίνει ως θετική την εν λόγω ρύθμιση, αλλά σε καμία περίπτωση αρκετή. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία διευκολύνει μεν την καταπολέμηση των έντονα γραφειοκρατικών διαδικασιών που συνεπάγονταν τόσο η διαδικασία εκπόνησης και υποβολής περιοδικών δηλώσεων όσο και η πραγματοποίηση ελέγχων από τα αρμόδια όργανα, αποτυγχάνει όμως να λειτουργήσει ως παράγοντας αποσυμπίεσης και ελάφρυνσης/απομείωσης των επαχθών βαρών, αφού ο ΦΠΑ των αγορών και των δαπανών δε θα εκπίπτει.
Επιπλέον, προτείνεται στο νέο μέτρο, το οποίο παρέχει τη δυνατότητα της προαιρετικής εξαίρεσης για κάθε φορολογικό έτος, να προβλεφθεί η δυνατότητα επέκτασης του προς διαμόρφωση ορίου του τουλάχιστον έως τις 20.000 ευρώ, ώστε να συμπεριλάβει περισσότερες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο κομμάτι της "μικρής λιανικής" της αγοράς.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης στη σχετική επιστολή ζητά στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις για την αποκατάσταση των αδικιών της υπερφορολόγησης και επιμένει στη συμβολική επιβράβευση, με μικρές έστω φορολογικές ελαφρύνσεις, των συνεπών φορολογούμενων και των ενήμερων επιχειρήσεων. Επισημαίνει ότι το καλοκαίρι περνάει γρήγορα, το φθινόπωρο έρχεται σύντομα και εάν ο χειμώνας δεν φέρει φορολογική άνοιξη, ακόμα και οι υγιείς μικρομεσαίες επιχειρήσεις της αγοράς θα αναγκαστούν να διαχειρίζονται ληξιπρόθεσμες οφειλές με αβέβαια αποτελέσματα.
* Επισυνάπτεται το πλήρες Υπόμνημα των θέσεων και προτάσεων της ΕΣΕΕ προς το ΥΠ.ΟΙΚ.
ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΣΕΕ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΛΑΦΡΥΝΣΗΣ ΤΩΝ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΩΝ
Το φορολογικό σύστημα αποτελεί το βασικότερο εργαλείο άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής στα χέρια της εκάστοτε Κυβέρνησης, προκειμένου να καταστεί εφικτή η μεταβίβαση πόρων για τη χρηματοδότηση των αναγκών του Δημοσίου. Η συγκεκριμένη μεταφορά πρέπει να υλοποιείται με το χαμηλότερο δημοσιονομικό κόστος και να εγγυάται την αύξηση του παραγόμενου προϊόντος με παράλληλη διασφάλιση της δίκαιης διανομής του, μεταξύ των πολιτών.
Δυστυχώς, το υφιστάμενο πλαίσιο που διέπει το φορολογικό μας σύστημα, ακόμη και κατόπιν της υιοθέτησης πληθώρας προσφάτως νομοθετημένων αλλαγών, βρίθει πολύπλοκων, δυσνόητων και άδικων διατάξεων, οι οποίες στερούν τη δυνατότητα των υπόχρεων για απρόσκοπτη και εμπρόθεσμη ρύθμιση των φορολογικών τους υποχρεώσεων. Παράλληλα, η ευμεταβλητότητα που το χαρακτηρίζει αποτελεί έναν έντονα ανασταλτικό παράγοντα στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, με αποτέλεσμα την περιορισμένη προσέλκυση ξένων επενδύσεων, αποδυναμώνοντας ταυτόχρονα τα όποια κίνητρα ανάληψης εγχώριων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών.
Συνοπτικά δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξουμε πως τα μέχρι στιγμής ληφθέντα φορολογικά μέτρα έχουν πλήξει κυρίως τους συνεπείς φορολογουμένους και επιχειρήσεις, καθιστώντας με αυτόν τρόπο αδύνατη την επίτευξη του βασικού ρόλου που καλείται να διαδραματίσει η φορολογική διοίκηση και δεν είναι άλλος από τη δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών μεταξύ των πολιτών. Η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, ως άμεσος εκφραστής των αναγκών του επιχειρηματικού κόσμου, θεωρεί ως καθήκον της την υποβολή επικαιροποιημένων, τεκμηριωμένων και στοχευμένων προτάσεων, οι οποίες θα συμβάλλουν στη λήψη αποφάσεων που όχι μόνο θα ανακουφίζουν και θα προασπίζουν τα συμφέροντα των μικρομεσαίων εμπόρων αλλά κυρίως θα συντελούν στη διαμόρφωση ενός φορολογικού πλαισίου, ιδιαίτερα φιλικού προς το επιχειρείν και το οποίο θα διακρίνεται από τον έντονα αναπτυξιακό του χαρακτήρα. Ακολουθεί η παράθεση των εν λόγω 12 προτάσεων της ΕΣΕΕ:
1. Φορολογία επιχειρήσεων: Θέσπιση ενός κοινού φορολογικού συντελεστή, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής των επιχειρήσεων (ατομικές, προσωπικές, κεφαλαιουχικές), ο οποίος θα διαμορφώνεται στο 15% επί των κερδών, ενώ σε περίπτωση διανομής αυτών (κερδών) θα επιβάλλεται περαιτέρω επιβάρυνση της τάξεως του 15%, που θα σηματοδοτεί και την εξάντληση/εκπλήρωση των υποχρεώσεων, όσον αφορά στο φόρο εισοδήματος.
2. Φορολογία φυσικών προσώπων & τεκμήρια διαβίωσης : Ο φορολογικός διαχωρισμός των πολιτών με βάση την πηγή του εισοδήματος και όχι με βάση τις συνολικά διαθέσιμες απολαβές, ανεξαρτήτως πηγής προελεύσεως, αποτελεί απροκάλυπτη παραβίαση των βασικών αρχών της φορολογικής δικαιοσύνης, η άμεση αποκατάσταση της οποίας πρέπει να τεθεί ως απαρέγκλιτη προτεραιότητα της αναμόρφωσης του φορολογικού καθεστώτος. Ως εκ τούτου, προτείνεται:
• Η υιοθέτηση ενιαίας κλίμακας φορολογίας εισοδήματος, με διατήρηση του υφιστάμενου αφορολόγητου ορίου των 9.500 ευρώ (9.545), με πρόβλεψη για κατοχύρωση της περαιτέρω προσαύξησή του κατά 500 ευρώ για το πρώτο εξαρτώμενο τέκνο, επιπλέον 500 ευρώ για το δεύτερο εξαρτώμενο τέκνο και κατά 800 ευρώ από το τρίτο εξαρτώμενο τέκνο και πάνω.
Πλήρης κατάργηση των τεκμηρίων από το οικονομικό έτος 2015 (χρήση 2014), εξαιτίας της πληθώρας των στρεβλώσεων, των αδικιών και των εσφαλμένων συμπερασμάτων που προκαλούνται, με άμεση συνέπεια την υπέρμετρη επιβάρυνση των υπόχρεων.
3. Προκαταβολή Φόρου Εισοδήματος Επιχειρήσεων: Προτείνεται η μείωση κατά 50% των υφιστάμενων ποσοστών προκαταβολής φόρου για το επόμενο οικονομικό έτος, τόσο για τις ατομικές και προσωπικές επιχειρήσεις (υφιστάμενος συντελεστής 55% επί των κερδών), όσο και για τις κεφαλαιουχικές (υφιστάμενος συντελεστής 80% επί των κερδών). Παράλληλα, ενδείκνυται η καθιέρωση της ισχύς των μειωμένων επιβαρύνσεων/συντελεστών όχι μόνο για τα τρία πρώτα χρόνια λειτουργίας των επιχειρήσεων αλλά για το συνολικό χρονικό διάστημα της δραστηριοποίησής τους.
4. Τέλος επιτηδεύματος: Η αύξηση του τέλους επιτηδεύματος από 500 € σε 650 € για τους ελεύθερους επαγγελματίες και επιτηδευματίες, από 500 € σε 1.000[1] € για τις επιχειρήσεις και από 300 € σε 600 € για κάθε υποκατάστημα επιχείρησης αποτελεί ένα άδικο και αντιαναπτυξιακό μέτρο, το οποίο στοχοποιεί και αποθαρρύνει την ανάληψη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών. Η επαναφορά του εν λόγω τέλους στα προηγούμενα επίπεδα, αποτελεί μία από τις πρώτες διορθωτικές κινήσεις στις οποίες πρέπει να προβούν οι ιθύνοντες του Υπουργείου Οικονομικών, με την περαιτέρω συρρίκνωσή του ή ακόμη και την πλήρη κατάργησή του, όταν οι οικονομικές συνθήκες ωριμάσουν, να αποτελεί βασικό προαπαιτούμενο για την επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας.
5. Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης: Ακόμη ένα μέτρο το οποίο θεσπίστηκε εν μέσω οικονομικής κρίσης προκειμένου να επιτευχθεί η τόνωση των κρατικών εσόδων, με συντελεστές που κυμαίνονται από 1% - 4% για έχοντες εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ και το οποίο συνέβαλε στην απομύζηση επιπλέον πόρων από ελεύθερους επαγγελματίες, μισθωτούς και συνταξιούχους, θα πρέπει, με τη σταδιακή αποκατάσταση κάποιων βασικών οικονομικών μεγεθών να αναθεωρηθεί – μέσω της μείωσης των συντελεστών – είτε ακόμη και να καταργηθεί στο προσεχές χρονικό διάστημα.
6. Ρύθμιση Ληξιπρόθεσμων Οφειλών στην Εφορία: Ένεκα της παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης και των δυσμενών συνεπειών που αυτή συνεπάγεται, οι υπεύθυνοι διαμόρφωσης του πλαισίου διευθέτησης των εκκρεμών φορολογικών οφειλών, θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη την περιορισμένη ρευστότητα που διακρίνει τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρηματικού κόσμου, εξαιτίας της συρρικνωμένης καταναλωτικής δαπάνης και του ισχνού τζίρου που αυτή συνεπάγεται. Προκειμένου, λοιπόν, οι ελεύθεροι επαγγελματίες/επιτηδευματίες να μπορέσουν να ανταποκριθούν στο σύνολο των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών τους, ενδείκνυται η αναπροσαρμογή του υπάρχοντος καθεστώτος και η θέσπιση πλαισίου που θα προβλέπει, υπό προϋποθέσεις, την επέκταση του αριθμού των δόσεων έως τις 100, διάταξη η οποία ισχύει άλλωστε και για τις οφειλές στα ασφαλιστικά ταμεία.
Επίσης, αντικείμενο ενδελεχούς επανεξέτασης θα πρέπει να αποτελέσει η προοδευτικότητα των περαιτέρω επιβαρύνσεων και των προσαυξήσεων, καθώς η εμπειρία των προηγούμενων ρυθμίσεων κατέδειξε ότι καταλήγουν σε ένα ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση, οι υιοθετούμενες ρυθμίσεις θα επιτύχουν το στόχο τους, εφόσον μηδενιστούν οι πρόσθετοι φόροι ή τα πρόσθετα τέλη που βεβαιώνονται με την κύρια οφειλή για όλα τα έτη.
7. Εκλογίκευση προστίμων και συνεπειών προς τους υπόχρεους: Οι υφιστάμενες σχετικές φορολογικές διατάξεις μπορεί να προβλέπουν την περικοπή σε μεγάλο ποσοστό των αρχικώς ορισθέντων φορολογικών προστίμων, σε καμία όμως περίπτωση δεν διακρίνονται για την ορθολογικότητά τους, σε μία μάλιστα περίοδο όπου η δραματική συρρίκνωση της αγοραστική δύναμης των καταναλωτών επηρεάζει άμεσα και επί τα χείρω τον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων. Ως εκ τούτου, ακόμη και τα πρόστιμα των 250 και 500 ευρώ για την μη έκδοση ή την εκπρόθεσμη έκδοση φορολογικών στοιχείων για τις επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικά και διπλογραφικά βιβλία αντίστοιχα, φαντάζουν ως ανυπέρβλητο εμπόδιο για τη χειμαζόμενη ελληνική επιχειρηματικότητα, με την περαιτέρω απομείωσή τους να συνιστά άμεση προτεραιότητα.
Ζωτικής σημασίας για την επιβίωση χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρηματιών/ελεύθερων επαγγελματιών και μισθωτών αποτελεί η επαναφορά της ισχύος του Διοικητικού Συμβιβασμού σε περιπτώσεις επιβολής προστίμων, πρόβλεψη η οποία αυθαιρέτως και χωρίς κανένα ίχνος λογικής καταργήθηκε στο πλαίσιο της πρόσφατης αναπροσαρμογής του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών. Η νομοθέτηση εξοντωτικών προστίμων σε συνδυασμό με την άρση της δυνατότητας προσφυγής σε Διοικητικό Συμβιβασμό, συνιστά κατάφωρη παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των υπόχρεων, ενώ ταυτόχρονα παρασύρει στο χείλος του γκρεμού πληθώρα συνεπών φορολογουμένων.
Επιπλέον, παραφωνία στην υιοθέτηση χρηστικών και ορθολογικών διατάξεων που επιλύουν χρόνιες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας, συνιστά η καθολική εφαρμογή της αναστολής του ΑΦΜ. Ο εμπορικός κόσμος δεν αντίκειται στην αναστολή του ΑΦΜ σε περιπτώσεις που έχει αποκτηθεί με ψευδή και ανακριβή στοιχεία απάτης, βαριάς και συστηματικής φοροδιαφυγής καθώς και σε περιπτώσεις παύσης της οικονομικής δραστηριότητας. Οι παραπάνω προβλέψεις όμως δεν μπορούν να εξομοιωθούν με περιπτώσεις φοροδιαφυγής ήσσονος σημασίας, καθόσον οι επιπτώσεις για τις επιχειρήσεις που τις διαπράττουν θα είναι καταδικαστικές και θα ισοδυναμούν με τον τερματισμό της λειτουργίας τους, δημιουργώντας παράπλευρες απώλειες στην αγορά. Η χθεσινή παρέμβαση και οι διευκρινίσεις του υφυπουργού κ. Γιώργου Μαυραγάνη, σύμφωνα με τις οποίες δίνεται το δικαίωμα στο φορολογούμενο να αποδείξει ότι δεν συντρέχουν προϋποθέσεις αναστολής ή απενεργοποίησης του ΑΦΜ θεωρούμε ότι είναι επαρκείς.
Ως εκ τούτου, προκειμένου ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις να αποφύγουν το «ξαφνικό Θάνατο» και να καταστούν βιώσιμες αλλά να διασφαλιστεί ταυτόχρονα και η απρόσκοπτη εισροή πόρων στα Κρατικά Ταμεία (φόροι και πρόστιμα από παραβάτες), προτείνεται εναλλακτικά η επιβολή αυστηρών όρων επιτήρησης του ΑΦΜ των «ύποπτων» επιχειρήσεων, έναντι της απροειδοποίητης και «οριζόντιας» αναστολής της λειτουργίας τους.
8. Αλλαγές στο σύστημα ΦΠΑ: Η ΕΣΕΕ εκφράζει τις επιφυλάξεις της για τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις του Πολυνομοσχεδίου που ψηφίστηκαν στη Βουλή και άπτονται ζητημάτων ΦΠΑ, θεωρώντας ότι θα έπρεπε να συνδράμουν περισσότερο, τόσο στην επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας όσο και στην μερική έστω, αποκατάσταση των όρων εύρυθμης λειτουργίας της. Είναι γεγονός πως κάποια από τα υποβληθέντα αιτήματα της ΕΣΕΕ προς την ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών, τελικά εισακούστηκαν, επιβεβαιώνοντας την άποψη πως για θέματα που σχετίζονται με την ομαλή λειτουργία της αγοράς θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να λαμβάνονται σοβαρά υπόψιν οι θέσεις των φορέων εκπροσώπησης του εγχώριου επιχειρείν. Ειδικότερα, η κατάργηση της υποβολής εκκαθαριστικών δηλώσεων ΦΠΑ και ο συμψηφισμός του χρεωστικού και του πιστωτικού ΦΠΑ των επιχειρήσεων, τόσο με ιδιώτες όσο και με το σύνολο των φορέων του Δημοσίου, χωρίς περιορισμούς, συνιστούν βασικά και νευραλγικής σημασίας αιτήματα του εμπορικού κόσμου. Με βάση μάλιστα τις διαβεβαιώσεις της Κυβέρνησης, η δρομολόγηση μείζονος σημασίας ρυθμίσεων εντός εύλογου χρονικού διαστήματος (Φθινόπωρο 2014), όπως η πρόβλεψη για αυτόματη επιστροφή ΦΠΑ χωρίς τη διενέργεια ελέγχων για τις συνεπείς επιχειρήσεις, θα αποτελέσει ένα ακόμη σημαντικό βήμα προς την ενδεδειγμένη κατεύθυνση.
Η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, ήδη από τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους είχε εκφράσει την ικανοποίησή της αναφορικά με τη σχεδιαζόμενη, εκ μέρους του οικονομικού επιτελείου, απαλλαγή από το καθεστώς ΦΠΑ επιχειρήσεων με χαμηλό ετήσιο τζίρο, μία πρωτοβουλία αμφίδρομης ωφέλειας τόσο για τον επιχειρηματικό κόσμο όσο και για την επιτυχή έκβαση της ασκούμενης δημοσιονομικής πολιτικής (με μικρή απώλεια δημοσίων εσόδων). Άλλωστε η ΕΣΕΕ, στα πλαίσια συνεργασίας με το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης στην κοινώς επιχειρούμενη προσπάθεια εξάλειψης πληθώρας γραφειοκρατικών εμποδίων σε βασικούς τομείς οικονομικής δραστηριότητας, είχε καταθέσει σαφείς και εμπεριστατωμένες προτάσεις για ζητήματα που άπτονται του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, μεταξύ των οποίων εξέχουσα θέση κατείχε η αδήριτη ανάγκη για απαλλαγή από το ΦΠΑ επιχειρήσεων με πραγματοποιούμενο ετήσιο τζίρο τουλάχιστον 20.000 ευρώ.
Παρόλα αυτά, το αρχικώς προβλεφθέν ετήσιο επίπεδο τζίρου των 10.000 ευρώ μέχρι το οποίο οι επιτηδευματίες θα έχουν τη δυνατότητα εξαίρεσης από το καθεστώς ΦΠΑ, είχε κριθεί ανεπαρκές, από τη στιγμή που δεν αποτύπωνε την πραγματικά επικρατούσα κατάσταση και τις αδιαμφισβήτητες ανάγκες του πλέον αντιπροσωπευτικού κλάδου δραστηριοποίησης του εγχώριου επιχειρείν, εκείνον του Λιανικού Εμπορίου. Προς επίρρωση των παραπάνω, κύκλοι της Κυβέρνησης, αναλογιζόμενοι τη μικρή απήχηση και την περιορισμένη αποτελεσματικότητα του προωθούμενου μέτρου, ασκούσαν πιέσεις για αναπροσαρμογή του εν λόγω ποσού (10.000) στα επίπεδα των 20.000 – 25.000 ευρώ καταγεγραμμένου ετήσιου κύκλου εργασιών. Δυστυχώς, η διαφαινόμενη επικράτηση της αρχικής εισήγησης αφήνει δυσαρεστημένη τη συντριπτική πλειοψηφία του εμπορικού κόσμου.
Οι μικρομεσαίοι του εμπορίου εκφράζουν την επιφυλακτικότητά τους για την αποτελεσματικότητα του συγκεκριμένου μέτρου και τις προοπτικές/δυνατότητες επίλυσης καίριων προβλημάτων της αγοράς, καθώς το ιδιαίτερα χαμηλά προβλεπόμενο επίπεδο τζίρου αφήνει «εκτός νυμφώνος» το βασικό πυρήνα των μικρών ελληνικών επιχειρήσεων, εκείνων που δραστηριοποιούνται στο χώρο της "μικρής λιανικής" της αγοράς.
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, το ποσό των 10.000 ευρώ αποτελεί ένα ευτελές μέγεθος και κρίνεται ανεπαρκές για την κάλυψη ακόμη και του βασικού λειτουργικού κόστους που επωμίζεται μία τυπική μικρή (ατομική) εμπορική επιχείρηση (βλ. σχετικό Πίνακα 1), καθώς μόνο τα ετήσια έξοδα που επιβαρύνουν το προϋπολογισμό της επιχείρησης και τα οποία εξειδικεύονται στην εμπορική μίσθωση (ενοίκιο, περίπου 6.000 ευρώ), του προς εκμετάλλευση ακινήτου αλλά και στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας (λογαριασμός ΔΕΗ, περίπου 2.000 ευρώ), προσεγγίζουν αθροιστικά τα 8.000 ευρώ. Στην περίπτωση βεβαίως που η επιχείρηση απασχολεί έστω και έναν εργαζόμενο, με μικρή ή σχεδόν μηδενική προϋπηρεσία, το συνολικό της κόστος (εκτός υποχρεώσεων σε Εφορία, Ασφαλιστικά Ταμεία και Προμηθευτές) εκτινάσσεται σε επίπεδα που κυμαίνονται μεταξύ 23.000 και 25.000 ευρώ. Εύλογα λοιπόν γεννάται το ερώτημα πως ένας επιτηδευματίας με όλη την καλή διάθεση που τον διακρίνει, αναφορικά με τη συμβολή του στην τόνωση της απασχόλησης μέσω της διατήρησης του εργατικού δυναμικού που διαθέτει, θα μπορέσει να ανταπεξέλθει σε τόσο αντίξοες και δυσχερείς συνθήκες.
Με βάση λοιπόν τα παραπάνω στοιχεία και προκειμένου μία μικρή αντιπροσωπευτική εμπορική επιχείρηση στον τομέα του Λιανικού Εμπορίου να καταστεί βιώσιμη, κερδοφόρα και να μπορέσει να ανταποκριθεί στο σύνολο των υποχρεώσεών της, απαιτείται να διενεργεί σε ετήσια βάση έναν minimum κύκλο εργασιών περίπου 20.000 – 25.000 ευρώ, για τον οποίο θα πρέπει να της δίνεται η δυνατότητα εξαίρεσης από την υποχρέωση του ΦΠΑ. Η διεύρυνσή του προς υιοθέτηση ποσού σε ένα επίπεδο ίσο ή μεγαλύτερο των 20.000 ευρώ, θα αποτελέσει μία πραγματική οικονομική «ανάσα» στην ασθμαίνουσα αγορά, απαλλάσσοντάς την από περιττά έξοδα και γραφειοκρατικά εμπόδια, ενώ ταυτόχρονα θα συνεισφέρει στην τόνωση των δημοσίων εσόδων, ένεκα των βελτιωτικών προβλέψεων εισπραξιμότητας του Φόρου Εισοδήματος (ΦΕΦΠ,ΦΕΝΠ).
Εν κατακλείδι, αυτό που πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα των αρμόδιων χάραξης και λήψης μέτρων οικονομικής πολιτικής, συνοψίζεται στη θέσπιση χρηστικών και ορθολογικών διατάξεων που συντελούν στην επίλυση χρόνιων παθογενειών της ελληνικής οικονομίας και οι οποίες ικανοποιούν πάγια αιτήματα των παραγωγικών φορέων. Ως εκ τούτου, ο διπλασιασμός του ποσού που θεσπίστηκε θα πρέπει να αποτελέσει βασικό μέλημα των υπεύθυνων άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής, έτσι ώστε τις ευεργετικές συνέπειες του μέτρου να καρπωθούν οι "start-up" επιχειρηματικές μονάδες που στα πρώτα τους βήματα αποτελούν τη μικρή επιχειρηματικότητα της ελληνικής οικονομίας και χρήζουν άμεσης αρωγής.
9. Ισχύς του μέτρου της συλλογής αποδείξεων και στους ελεύθερους επαγγελματίες: Η επιλεκτική εφαρμογή του μέτρου συλλογής των αποδείξεων σε συγκεκριμένες μόνο ομάδες, όπως οι μισθωτοί και συνταξιούχοι, αγγίζει τα όρια του παραλογισμού, καθώς στην ουσία στερεί τη δυνατότητα κάρπωσης φορολογικών ελαφρύνσεων από την πλευρά των επιτηδευματιών, υποτιμώντας την πολύτιμη συνεισφορά τους στην προσπάθεια τόνωσης της καταναλωτικής δαπάνης. Η ΕΣΕΕ έχει από μακρού έχει προτείνει να εκπίπτει το σύνολο των αποδείξεων όλων των επαγγελματικών κλάδων και όλων των φορολογουμένων κατά ένα ποσοστό από το εισόδημα και το υπόλοιπο αυτού να φορολογείται με βάση την υφιστάμενη φορολογική κλίμακα. Η αφομοίωση ενός τέτοιου συστήματος θα βελτίωνε τη φορολογική συνείδηση των υπόχρεων, παρέχοντάς τους ένα ισχυρό κίνητρο καθολικής και ενσυνείδητης συλλογής αποδείξεων.
10. Μείωση του ΕΦΚ στο πετρέλαιο και των τελών κυκλοφορίας: Η ΕΣΕΕ ζητά τη μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης που επιβάλλεται στο πετρέλαιο θέρμανσης για την ερχόμενη χειμερινή περίοδο 2014-2015 στα επίπεδα του 2011, δηλαδή στα 60 ευρώ ανά χιλιόλιτρο. Η ΕΣΕΕ υποστηρίζει ότι η αποτυχία του μέτρου για την εξίσωση του ΕΦΚ στο πετρέλαιο θέρμανσης ήταν αναμενόμενη, πράγμα που επιβεβαιώνεται από επίσημα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου. Μείωση, όμως, ζητά η Συνομοσπονδία και για τα τέλη κυκλοφορίας, η αύξηση των οποίων είχε την ίδια τύχη με την αύξηση του ΕΦΚ.
11.Αξιοποίηση των Συνεταιριστικών Τραπεζών: Η βελτίωση της χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με μικρο-δάνεια, μπορεί να επιτευχθεί με την αξιοποίηση των Συνεταιριστικών Τραπεζών. Η πρόταση που έχει καταθέσει η ΕΣΕΕ προς τα Υπουργεία Οικονομικών και Ανάπτυξης αλλά και την Τράπεζα της Ελλάδος, είναι η μετεξέλιξη των δομών των "καλών" Συνεταιριστικών Τραπεζών που απέμειναν, σε μία Αναπτυξιακή Τράπεζα Μικρών Επιχειρήσεων (ΑΤΜΕ) ειδικού σκοπού με τραπεζικές εγγυοδοτικές και χρηματοδοτικές δυνατότητες για τις ΜμΕ. Προς αυτή την κατεύθυνση ήδη Συνεταιριστική Τράπεζα υπέγραψε με την Action Finance Initiative σύμβαση συνεργασίας για την παροχή μικρο-δανείων. Βασικός στόχος θα είναι η συγκέντρωση - συγχώνευση όλων των προγραμμάτων ανάπτυξης στην ΑΤΜΕ και η άμεση προώθησή τους με ενιαίο τρόπο, καθώς επίσης και η παροχή μικρό-δανείων "micro finance" αποκλειστικά σε μεσαίου και μικρού μεγέθους επιχειρήσεις. Η Αναπτυξιακή Τράπεζα, μαζί με το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο ΕΤ/IGG θα μπορεί να έχει πρωτεύοντα και όχι συμπληρωματικό ρόλο, ενώ παράλληλα θα αναπτύξει ένα δυναμικό - στοχευμένο management, μέσω απλών - τυποποιημένων χρηματοδοτικών προϊόντων για την άμεση ανταπόκριση στο πρόβλημα της ρευστότητας και των εγγυήσεων της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.
Στο παραπάνω πλαίσιο, η ΕΣΕΕ βρίσκεται ανά πάσα στιγμή στη διάθεση του Υπουργείου, προκειμένου να αναπτυχθεί ένας διάλογος με την ΕΣΤΕ και τη ΓΣΕΒΕΕ, σχετικώς με τον καθορισμό του ενδεδειγμένου τρόπου αντιμετώπισης εκείνων των επιχειρήσεων που εκκινούν ή επανεκκινούν μέσω μικρο-δανείων.
12. Αποκατάσταση αδικιών και λαθών του ΕΝΦΙΑ:
Στην ουσία πρόκειται για έναν μόνιμο διπλό (υπό προϋποθέσεις) φόρο στα ακίνητα, καθώς από τη μία πλευρά έχουμε τον καταλογισμό ενός κύριου/βασικού φόρου για πάσης φύσεως ακίνητα (κτίσματα, οικόπεδα εντός και εκτός σχεδίου πόλεως, αγροτεμάχια, βοσκοτόπους κ.α.), ενώ παράλληλα προβλέπεται και η επιβολή ενός συμπληρωματικού φόρου στους κατόχους ακίνητης περιουσίας, η οποία ξεπερνάει τις 300.000 ευρώ, στα πρότυπα του καταργηθέντος ΦΑΠ. Θεωρούμε ότι ο διπλός φόρος επιβαρύνει υπέρμετρα ιδιοκτήτες και επιχειρήσεις που κατέχουν τα παραπάνω ακίνητα, σε μία δύσκολη περίοδο κρίσης και ύφεσης και συνεπώς, προτείνουμε τη μείωση κατά 50% των φορολογικών συντελεστών του συμπληρωματικού φόρου ΕΝΦΙΑ (βλ. Πίνακα 2), προκειμένου σε καμία περίπτωση να μην υπερβαίνει (ο συμπληρωματικός φόρος) την επιβάρυνση του βασικού φόρου (ΕΝΦΙΑ).
Ο εν λόγω "συμπληρωματικός" φόρος υπολογίζεται στη συνολική αξία των κτισμάτων και των οικοπέδων εντός σχεδίου πόλεως ή οικισμών που ανήκουν σε φυσικά πρόσωπα και χαρακτηρίζεται από τη προοδευτικότητά του και την ύπαρξη αφορολόγητου ορίου της τάξεως των 300.000 ευρώ (αντικειμενικής αξίας). Ο κατώτερος συντελεστής του είναι 0,1% για ακίνητη περιουσία πάνω από τις 300.000 ευρώ ενώ ο μεγαλύτερος είναι 1% για περιουσία αντικειμενικής αξίας μεγαλύτερης του 1 εκ ευρώ.
Πρέπει να τονιστεί το γεγονός, πως από την έναρξη κιόλας της αποστολής των πρώτων εκκαθαριστικών σημειωμάτων του ΕΝΦΙΑ, έχει προκληθεί έντονη αναστάτωση και αγανάκτηση στους ήδη υπερφορολογημένους ιδιοκτήτες ακινήτων, με αποτέλεσμα να απαιτούνται διορθωτικές παρεμβάσεις για την άμεση αποκατάσταση αδικιών και λαθών. Ιδιαίτερα δε, η διάταξη, η οποία θέτει ως προαπαιτούμενο για τη χορήγηση φορολογικής ενημερότητας την εξόφληση των πέντε (5) δόσεων του ΕΝΦΙΑ αλλά και οι περιορισμένης χρονικής διάρκειας ευεργετικές διατάξεις του Νόμου για Φυσικά και Νομικά Πρόσωπα που δραστηριοποιούνται σε πολύ μικρά νησιά κάτω των 3.100 κατοίκων και οι οποίες εκπνέουν με το πέρας του 2015, χρήζουν μέριμνας και άμεσης τροποποίησης εκ μέρους των υπευθύνων άσκησης φορολογικής πολιτικής.
Η ΕΣΕΕ ζητά την επιβεβλημένη αναθεώρηση στους υπολογισμούς του ΥΠ.ΟΙΚ. με περυσινές τιμές γης, τόσο στο βασικό φόρο, όσο και στην επιβολή του συμπληρωματικού φόρου, που ξεπερνά σε πολλές περιπτώσεις το 1% της σημερινής "φουσκωμένης", αντικειμενικής μεν, αλλά όχι πραγματικής δε, αξίας του ακινήτου. Συναφώς, η μετάθεση της καταβολής της πρώτης δόσης στο τέλος Σεπτεμβρίου αντί για το τέλος Αυγούστου και η αύξηση του αριθμού των μηνιαίων δόσεων από πέντε (5) σε επτά (7), με ορίζοντα αποπληρωμής της συνολικής υποχρέωσης στα τέλη Μαρτίου του 2015, συνιστούν βελτιωτικές παρεμβάσεις χρηστικού περιεχομένου, οι οποίες αναμένεται να ανακουφίσουν τη συντριπτική πλειοψηφία των ελλήνων φορολογουμένων.
Η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου απέστειλε υπόμνημα προς τον Πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά, τον υπουργό Οικονομικών κ. Γκίκα Χαρδούβελη, τον υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας κ. Νίκο Δένδια καθώς και προς τους αρχηγούς όλων των πολιτικών κομμάτων, στο οποίο αναφέρονται προτάσεις φορολογικής ελάφρυνσης στους παρακάτω τομείς:
- Φορολογία επιχειρήσεων
3. Προκαταβολή Φόρου Εισοδήματος Επιχειρήσεων
4. Τέλος επιτηδεύματος
5. Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης
6. Ρύθμιση Ληξιπρόθεσμων Οφειλών στην Εφορία
7. Εκλογίκευση προστίμων και συνεπειών προς τους υπόχρεους
8. Αλλαγές στο σύστημα ΦΠΑ
11.Αξιοποίηση των Συνεταιριστικών Τραπεζών
12. Αποκατάσταση αδικιών και λαθών του ΕΝΦΙΑ
Επίσης, ειδική αναφορά γίνεται στις άμεσες προτεραιότητες του οικονομικού επιτελείου, οι οποίες συνοψίζονται στην εξεύρεση λύσης για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές στο δημόσιο και στις διορθώσεις αναφορικά με τα παρατηρούμενα "σημεία και τέρατα" του ΕΝΦΙΑ. Η ΕΣΕΕ ζητά να αξιολογηθεί ρεαλιστικά η σημερινή φοροδοτική δυνατότητα των Ελλήνων, η οποία έχει εξαντληθεί προ πολλού και να περιορίσει στο βαθμό που μπορεί τις «ορέξεις» της Τρόικας για τη λήψη νέων επώδυνων φορολογικών μέτρων ύψους 5,7 δις ευρώ, προκειμένου να καλυφθούν τα δημοσιονομικά κενά της διετίας 2015-16, τα οποία εκτιμώνται για το 2015 στα 2 δις ευρώ και για το 2016 σε επιπρόσθετα 3,7 δις ευρώ.
Οι περισσότερες φοροελαφρύνσεις ουσιαστικά σχετίζονται με την άρση των υφιστάμενων φορολογικών αδικιών και το μόνο απαιτούμενο από την Τρόικα πρέπει να εξειδικεύεται στην άμεση αποκατάστασή τους. Είναι τουλάχιστον οξύμωρο, πως ενώ τα εισοδήματα των μικρομεσαίων έχουν καταβαραθρωθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών, οι φορολογικές επιβαρύνσεις συνεχίζουν ακάθεκτες την ανοδική τους πορεία, με αποτέλεσμα οι ληξιπρόθεσμες οφειλές να καταγράφουν έντονα αυξητικούς ρυθμούς της τάξεως του 1 δις ευρώ ανά μήνα.
Ήδη για το 2014, προβλέπεται πως οι πρόσθετοι φόροι από εισοδήματα και από το νέο φόρο ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) αναλογούν σε 3,75 δις ευρώ και 3,25 δις ευρώ αντίστοιχα, όταν τα εισοδήματα νοικοκυριών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχουν κυριολεκτικά καταρρεύσει, με αποτέλεσμα να κυμαίνονται στα επίπεδα της δεκαετίας του '90.
Αναφορικά με την εξαίρεση από τη χρέωση ΦΠΑ, στις ευεργετικές διατάξεις της οποίας εμπίπτει το 40% περίπου των πολύ μικρών επιχειρήσεων και των επαγγελματιών που αμείβονται με "μπλοκάκι", παρά το γεγονός πως το θεσπισθέν όριο του πραγματοποιούμενου τζίρου στα επίπεδα των 10.000 ευρώ θεωρείται ως ιδιαίτερα χαμηλό σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ, το ελληνικό εμπόριο κρίνει ως θετική την εν λόγω ρύθμιση, αλλά σε καμία περίπτωση αρκετή. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία διευκολύνει μεν την καταπολέμηση των έντονα γραφειοκρατικών διαδικασιών που συνεπάγονταν τόσο η διαδικασία εκπόνησης και υποβολής περιοδικών δηλώσεων όσο και η πραγματοποίηση ελέγχων από τα αρμόδια όργανα, αποτυγχάνει όμως να λειτουργήσει ως παράγοντας αποσυμπίεσης και ελάφρυνσης/απομείωσης των επαχθών βαρών, αφού ο ΦΠΑ των αγορών και των δαπανών δε θα εκπίπτει.
Επιπλέον, προτείνεται στο νέο μέτρο, το οποίο παρέχει τη δυνατότητα της προαιρετικής εξαίρεσης για κάθε φορολογικό έτος, να προβλεφθεί η δυνατότητα επέκτασης του προς διαμόρφωση ορίου του τουλάχιστον έως τις 20.000 ευρώ, ώστε να συμπεριλάβει περισσότερες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο κομμάτι της "μικρής λιανικής" της αγοράς.
Ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης στη σχετική επιστολή ζητά στοχευμένες φορολογικές ελαφρύνσεις για την αποκατάσταση των αδικιών της υπερφορολόγησης και επιμένει στη συμβολική επιβράβευση, με μικρές έστω φορολογικές ελαφρύνσεις, των συνεπών φορολογούμενων και των ενήμερων επιχειρήσεων. Επισημαίνει ότι το καλοκαίρι περνάει γρήγορα, το φθινόπωρο έρχεται σύντομα και εάν ο χειμώνας δεν φέρει φορολογική άνοιξη, ακόμα και οι υγιείς μικρομεσαίες επιχειρήσεις της αγοράς θα αναγκαστούν να διαχειρίζονται ληξιπρόθεσμες οφειλές με αβέβαια αποτελέσματα.
* Επισυνάπτεται το πλήρες Υπόμνημα των θέσεων και προτάσεων της ΕΣΕΕ προς το ΥΠ.ΟΙΚ.
ΥΠΟΜΝΗΜΑ ΘΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΣΕΕ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΛΑΦΡΥΝΣΗΣ ΤΩΝ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΩΝ
Το φορολογικό σύστημα αποτελεί το βασικότερο εργαλείο άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής στα χέρια της εκάστοτε Κυβέρνησης, προκειμένου να καταστεί εφικτή η μεταβίβαση πόρων για τη χρηματοδότηση των αναγκών του Δημοσίου. Η συγκεκριμένη μεταφορά πρέπει να υλοποιείται με το χαμηλότερο δημοσιονομικό κόστος και να εγγυάται την αύξηση του παραγόμενου προϊόντος με παράλληλη διασφάλιση της δίκαιης διανομής του, μεταξύ των πολιτών.
Δυστυχώς, το υφιστάμενο πλαίσιο που διέπει το φορολογικό μας σύστημα, ακόμη και κατόπιν της υιοθέτησης πληθώρας προσφάτως νομοθετημένων αλλαγών, βρίθει πολύπλοκων, δυσνόητων και άδικων διατάξεων, οι οποίες στερούν τη δυνατότητα των υπόχρεων για απρόσκοπτη και εμπρόθεσμη ρύθμιση των φορολογικών τους υποχρεώσεων. Παράλληλα, η ευμεταβλητότητα που το χαρακτηρίζει αποτελεί έναν έντονα ανασταλτικό παράγοντα στην τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, με αποτέλεσμα την περιορισμένη προσέλκυση ξένων επενδύσεων, αποδυναμώνοντας ταυτόχρονα τα όποια κίνητρα ανάληψης εγχώριων επιχειρηματικών πρωτοβουλιών.
Συνοπτικά δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξουμε πως τα μέχρι στιγμής ληφθέντα φορολογικά μέτρα έχουν πλήξει κυρίως τους συνεπείς φορολογουμένους και επιχειρήσεις, καθιστώντας με αυτόν τρόπο αδύνατη την επίτευξη του βασικού ρόλου που καλείται να διαδραματίσει η φορολογική διοίκηση και δεν είναι άλλος από τη δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών μεταξύ των πολιτών. Η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, ως άμεσος εκφραστής των αναγκών του επιχειρηματικού κόσμου, θεωρεί ως καθήκον της την υποβολή επικαιροποιημένων, τεκμηριωμένων και στοχευμένων προτάσεων, οι οποίες θα συμβάλλουν στη λήψη αποφάσεων που όχι μόνο θα ανακουφίζουν και θα προασπίζουν τα συμφέροντα των μικρομεσαίων εμπόρων αλλά κυρίως θα συντελούν στη διαμόρφωση ενός φορολογικού πλαισίου, ιδιαίτερα φιλικού προς το επιχειρείν και το οποίο θα διακρίνεται από τον έντονα αναπτυξιακό του χαρακτήρα. Ακολουθεί η παράθεση των εν λόγω 12 προτάσεων της ΕΣΕΕ:
1. Φορολογία επιχειρήσεων: Θέσπιση ενός κοινού φορολογικού συντελεστή, ανεξαρτήτως της νομικής μορφής των επιχειρήσεων (ατομικές, προσωπικές, κεφαλαιουχικές), ο οποίος θα διαμορφώνεται στο 15% επί των κερδών, ενώ σε περίπτωση διανομής αυτών (κερδών) θα επιβάλλεται περαιτέρω επιβάρυνση της τάξεως του 15%, που θα σηματοδοτεί και την εξάντληση/εκπλήρωση των υποχρεώσεων, όσον αφορά στο φόρο εισοδήματος.
2. Φορολογία φυσικών προσώπων & τεκμήρια διαβίωσης : Ο φορολογικός διαχωρισμός των πολιτών με βάση την πηγή του εισοδήματος και όχι με βάση τις συνολικά διαθέσιμες απολαβές, ανεξαρτήτως πηγής προελεύσεως, αποτελεί απροκάλυπτη παραβίαση των βασικών αρχών της φορολογικής δικαιοσύνης, η άμεση αποκατάσταση της οποίας πρέπει να τεθεί ως απαρέγκλιτη προτεραιότητα της αναμόρφωσης του φορολογικού καθεστώτος. Ως εκ τούτου, προτείνεται:
• Η υιοθέτηση ενιαίας κλίμακας φορολογίας εισοδήματος, με διατήρηση του υφιστάμενου αφορολόγητου ορίου των 9.500 ευρώ (9.545), με πρόβλεψη για κατοχύρωση της περαιτέρω προσαύξησή του κατά 500 ευρώ για το πρώτο εξαρτώμενο τέκνο, επιπλέον 500 ευρώ για το δεύτερο εξαρτώμενο τέκνο και κατά 800 ευρώ από το τρίτο εξαρτώμενο τέκνο και πάνω.
Πλήρης κατάργηση των τεκμηρίων από το οικονομικό έτος 2015 (χρήση 2014), εξαιτίας της πληθώρας των στρεβλώσεων, των αδικιών και των εσφαλμένων συμπερασμάτων που προκαλούνται, με άμεση συνέπεια την υπέρμετρη επιβάρυνση των υπόχρεων.
3. Προκαταβολή Φόρου Εισοδήματος Επιχειρήσεων: Προτείνεται η μείωση κατά 50% των υφιστάμενων ποσοστών προκαταβολής φόρου για το επόμενο οικονομικό έτος, τόσο για τις ατομικές και προσωπικές επιχειρήσεις (υφιστάμενος συντελεστής 55% επί των κερδών), όσο και για τις κεφαλαιουχικές (υφιστάμενος συντελεστής 80% επί των κερδών). Παράλληλα, ενδείκνυται η καθιέρωση της ισχύς των μειωμένων επιβαρύνσεων/συντελεστών όχι μόνο για τα τρία πρώτα χρόνια λειτουργίας των επιχειρήσεων αλλά για το συνολικό χρονικό διάστημα της δραστηριοποίησής τους.
4. Τέλος επιτηδεύματος: Η αύξηση του τέλους επιτηδεύματος από 500 € σε 650 € για τους ελεύθερους επαγγελματίες και επιτηδευματίες, από 500 € σε 1.000[1] € για τις επιχειρήσεις και από 300 € σε 600 € για κάθε υποκατάστημα επιχείρησης αποτελεί ένα άδικο και αντιαναπτυξιακό μέτρο, το οποίο στοχοποιεί και αποθαρρύνει την ανάληψη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών. Η επαναφορά του εν λόγω τέλους στα προηγούμενα επίπεδα, αποτελεί μία από τις πρώτες διορθωτικές κινήσεις στις οποίες πρέπει να προβούν οι ιθύνοντες του Υπουργείου Οικονομικών, με την περαιτέρω συρρίκνωσή του ή ακόμη και την πλήρη κατάργησή του, όταν οι οικονομικές συνθήκες ωριμάσουν, να αποτελεί βασικό προαπαιτούμενο για την επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας.
5. Ειδική Εισφορά Αλληλεγγύης: Ακόμη ένα μέτρο το οποίο θεσπίστηκε εν μέσω οικονομικής κρίσης προκειμένου να επιτευχθεί η τόνωση των κρατικών εσόδων, με συντελεστές που κυμαίνονται από 1% - 4% για έχοντες εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ και το οποίο συνέβαλε στην απομύζηση επιπλέον πόρων από ελεύθερους επαγγελματίες, μισθωτούς και συνταξιούχους, θα πρέπει, με τη σταδιακή αποκατάσταση κάποιων βασικών οικονομικών μεγεθών να αναθεωρηθεί – μέσω της μείωσης των συντελεστών – είτε ακόμη και να καταργηθεί στο προσεχές χρονικό διάστημα.
6. Ρύθμιση Ληξιπρόθεσμων Οφειλών στην Εφορία: Ένεκα της παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης και των δυσμενών συνεπειών που αυτή συνεπάγεται, οι υπεύθυνοι διαμόρφωσης του πλαισίου διευθέτησης των εκκρεμών φορολογικών οφειλών, θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπόψη την περιορισμένη ρευστότητα που διακρίνει τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρηματικού κόσμου, εξαιτίας της συρρικνωμένης καταναλωτικής δαπάνης και του ισχνού τζίρου που αυτή συνεπάγεται. Προκειμένου, λοιπόν, οι ελεύθεροι επαγγελματίες/επιτηδευματίες να μπορέσουν να ανταποκριθούν στο σύνολο των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών τους, ενδείκνυται η αναπροσαρμογή του υπάρχοντος καθεστώτος και η θέσπιση πλαισίου που θα προβλέπει, υπό προϋποθέσεις, την επέκταση του αριθμού των δόσεων έως τις 100, διάταξη η οποία ισχύει άλλωστε και για τις οφειλές στα ασφαλιστικά ταμεία.
Επίσης, αντικείμενο ενδελεχούς επανεξέτασης θα πρέπει να αποτελέσει η προοδευτικότητα των περαιτέρω επιβαρύνσεων και των προσαυξήσεων, καθώς η εμπειρία των προηγούμενων ρυθμίσεων κατέδειξε ότι καταλήγουν σε ένα ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο. Σε κάθε περίπτωση, οι υιοθετούμενες ρυθμίσεις θα επιτύχουν το στόχο τους, εφόσον μηδενιστούν οι πρόσθετοι φόροι ή τα πρόσθετα τέλη που βεβαιώνονται με την κύρια οφειλή για όλα τα έτη.
7. Εκλογίκευση προστίμων και συνεπειών προς τους υπόχρεους: Οι υφιστάμενες σχετικές φορολογικές διατάξεις μπορεί να προβλέπουν την περικοπή σε μεγάλο ποσοστό των αρχικώς ορισθέντων φορολογικών προστίμων, σε καμία όμως περίπτωση δεν διακρίνονται για την ορθολογικότητά τους, σε μία μάλιστα περίοδο όπου η δραματική συρρίκνωση της αγοραστική δύναμης των καταναλωτών επηρεάζει άμεσα και επί τα χείρω τον κύκλο εργασιών των επιχειρήσεων. Ως εκ τούτου, ακόμη και τα πρόστιμα των 250 και 500 ευρώ για την μη έκδοση ή την εκπρόθεσμη έκδοση φορολογικών στοιχείων για τις επιχειρήσεις που τηρούν απλογραφικά και διπλογραφικά βιβλία αντίστοιχα, φαντάζουν ως ανυπέρβλητο εμπόδιο για τη χειμαζόμενη ελληνική επιχειρηματικότητα, με την περαιτέρω απομείωσή τους να συνιστά άμεση προτεραιότητα.
Ζωτικής σημασίας για την επιβίωση χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρηματιών/ελεύθερων επαγγελματιών και μισθωτών αποτελεί η επαναφορά της ισχύος του Διοικητικού Συμβιβασμού σε περιπτώσεις επιβολής προστίμων, πρόβλεψη η οποία αυθαιρέτως και χωρίς κανένα ίχνος λογικής καταργήθηκε στο πλαίσιο της πρόσφατης αναπροσαρμογής του Κώδικα Φορολογικών Διαδικασιών. Η νομοθέτηση εξοντωτικών προστίμων σε συνδυασμό με την άρση της δυνατότητας προσφυγής σε Διοικητικό Συμβιβασμό, συνιστά κατάφωρη παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης μεταξύ των υπόχρεων, ενώ ταυτόχρονα παρασύρει στο χείλος του γκρεμού πληθώρα συνεπών φορολογουμένων.
Επιπλέον, παραφωνία στην υιοθέτηση χρηστικών και ορθολογικών διατάξεων που επιλύουν χρόνιες παθογένειες της ελληνικής οικονομίας, συνιστά η καθολική εφαρμογή της αναστολής του ΑΦΜ. Ο εμπορικός κόσμος δεν αντίκειται στην αναστολή του ΑΦΜ σε περιπτώσεις που έχει αποκτηθεί με ψευδή και ανακριβή στοιχεία απάτης, βαριάς και συστηματικής φοροδιαφυγής καθώς και σε περιπτώσεις παύσης της οικονομικής δραστηριότητας. Οι παραπάνω προβλέψεις όμως δεν μπορούν να εξομοιωθούν με περιπτώσεις φοροδιαφυγής ήσσονος σημασίας, καθόσον οι επιπτώσεις για τις επιχειρήσεις που τις διαπράττουν θα είναι καταδικαστικές και θα ισοδυναμούν με τον τερματισμό της λειτουργίας τους, δημιουργώντας παράπλευρες απώλειες στην αγορά. Η χθεσινή παρέμβαση και οι διευκρινίσεις του υφυπουργού κ. Γιώργου Μαυραγάνη, σύμφωνα με τις οποίες δίνεται το δικαίωμα στο φορολογούμενο να αποδείξει ότι δεν συντρέχουν προϋποθέσεις αναστολής ή απενεργοποίησης του ΑΦΜ θεωρούμε ότι είναι επαρκείς.
Ως εκ τούτου, προκειμένου ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις να αποφύγουν το «ξαφνικό Θάνατο» και να καταστούν βιώσιμες αλλά να διασφαλιστεί ταυτόχρονα και η απρόσκοπτη εισροή πόρων στα Κρατικά Ταμεία (φόροι και πρόστιμα από παραβάτες), προτείνεται εναλλακτικά η επιβολή αυστηρών όρων επιτήρησης του ΑΦΜ των «ύποπτων» επιχειρήσεων, έναντι της απροειδοποίητης και «οριζόντιας» αναστολής της λειτουργίας τους.
8. Αλλαγές στο σύστημα ΦΠΑ: Η ΕΣΕΕ εκφράζει τις επιφυλάξεις της για τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις του Πολυνομοσχεδίου που ψηφίστηκαν στη Βουλή και άπτονται ζητημάτων ΦΠΑ, θεωρώντας ότι θα έπρεπε να συνδράμουν περισσότερο, τόσο στην επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας όσο και στην μερική έστω, αποκατάσταση των όρων εύρυθμης λειτουργίας της. Είναι γεγονός πως κάποια από τα υποβληθέντα αιτήματα της ΕΣΕΕ προς την ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών, τελικά εισακούστηκαν, επιβεβαιώνοντας την άποψη πως για θέματα που σχετίζονται με την ομαλή λειτουργία της αγοράς θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να λαμβάνονται σοβαρά υπόψιν οι θέσεις των φορέων εκπροσώπησης του εγχώριου επιχειρείν. Ειδικότερα, η κατάργηση της υποβολής εκκαθαριστικών δηλώσεων ΦΠΑ και ο συμψηφισμός του χρεωστικού και του πιστωτικού ΦΠΑ των επιχειρήσεων, τόσο με ιδιώτες όσο και με το σύνολο των φορέων του Δημοσίου, χωρίς περιορισμούς, συνιστούν βασικά και νευραλγικής σημασίας αιτήματα του εμπορικού κόσμου. Με βάση μάλιστα τις διαβεβαιώσεις της Κυβέρνησης, η δρομολόγηση μείζονος σημασίας ρυθμίσεων εντός εύλογου χρονικού διαστήματος (Φθινόπωρο 2014), όπως η πρόβλεψη για αυτόματη επιστροφή ΦΠΑ χωρίς τη διενέργεια ελέγχων για τις συνεπείς επιχειρήσεις, θα αποτελέσει ένα ακόμη σημαντικό βήμα προς την ενδεδειγμένη κατεύθυνση.
Η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου, ήδη από τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους είχε εκφράσει την ικανοποίησή της αναφορικά με τη σχεδιαζόμενη, εκ μέρους του οικονομικού επιτελείου, απαλλαγή από το καθεστώς ΦΠΑ επιχειρήσεων με χαμηλό ετήσιο τζίρο, μία πρωτοβουλία αμφίδρομης ωφέλειας τόσο για τον επιχειρηματικό κόσμο όσο και για την επιτυχή έκβαση της ασκούμενης δημοσιονομικής πολιτικής (με μικρή απώλεια δημοσίων εσόδων). Άλλωστε η ΕΣΕΕ, στα πλαίσια συνεργασίας με το Υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης στην κοινώς επιχειρούμενη προσπάθεια εξάλειψης πληθώρας γραφειοκρατικών εμποδίων σε βασικούς τομείς οικονομικής δραστηριότητας, είχε καταθέσει σαφείς και εμπεριστατωμένες προτάσεις για ζητήματα που άπτονται του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, μεταξύ των οποίων εξέχουσα θέση κατείχε η αδήριτη ανάγκη για απαλλαγή από το ΦΠΑ επιχειρήσεων με πραγματοποιούμενο ετήσιο τζίρο τουλάχιστον 20.000 ευρώ.
Παρόλα αυτά, το αρχικώς προβλεφθέν ετήσιο επίπεδο τζίρου των 10.000 ευρώ μέχρι το οποίο οι επιτηδευματίες θα έχουν τη δυνατότητα εξαίρεσης από το καθεστώς ΦΠΑ, είχε κριθεί ανεπαρκές, από τη στιγμή που δεν αποτύπωνε την πραγματικά επικρατούσα κατάσταση και τις αδιαμφισβήτητες ανάγκες του πλέον αντιπροσωπευτικού κλάδου δραστηριοποίησης του εγχώριου επιχειρείν, εκείνον του Λιανικού Εμπορίου. Προς επίρρωση των παραπάνω, κύκλοι της Κυβέρνησης, αναλογιζόμενοι τη μικρή απήχηση και την περιορισμένη αποτελεσματικότητα του προωθούμενου μέτρου, ασκούσαν πιέσεις για αναπροσαρμογή του εν λόγω ποσού (10.000) στα επίπεδα των 20.000 – 25.000 ευρώ καταγεγραμμένου ετήσιου κύκλου εργασιών. Δυστυχώς, η διαφαινόμενη επικράτηση της αρχικής εισήγησης αφήνει δυσαρεστημένη τη συντριπτική πλειοψηφία του εμπορικού κόσμου.
Οι μικρομεσαίοι του εμπορίου εκφράζουν την επιφυλακτικότητά τους για την αποτελεσματικότητα του συγκεκριμένου μέτρου και τις προοπτικές/δυνατότητες επίλυσης καίριων προβλημάτων της αγοράς, καθώς το ιδιαίτερα χαμηλά προβλεπόμενο επίπεδο τζίρου αφήνει «εκτός νυμφώνος» το βασικό πυρήνα των μικρών ελληνικών επιχειρήσεων, εκείνων που δραστηριοποιούνται στο χώρο της "μικρής λιανικής" της αγοράς.
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, το ποσό των 10.000 ευρώ αποτελεί ένα ευτελές μέγεθος και κρίνεται ανεπαρκές για την κάλυψη ακόμη και του βασικού λειτουργικού κόστους που επωμίζεται μία τυπική μικρή (ατομική) εμπορική επιχείρηση (βλ. σχετικό Πίνακα 1), καθώς μόνο τα ετήσια έξοδα που επιβαρύνουν το προϋπολογισμό της επιχείρησης και τα οποία εξειδικεύονται στην εμπορική μίσθωση (ενοίκιο, περίπου 6.000 ευρώ), του προς εκμετάλλευση ακινήτου αλλά και στην κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας (λογαριασμός ΔΕΗ, περίπου 2.000 ευρώ), προσεγγίζουν αθροιστικά τα 8.000 ευρώ. Στην περίπτωση βεβαίως που η επιχείρηση απασχολεί έστω και έναν εργαζόμενο, με μικρή ή σχεδόν μηδενική προϋπηρεσία, το συνολικό της κόστος (εκτός υποχρεώσεων σε Εφορία, Ασφαλιστικά Ταμεία και Προμηθευτές) εκτινάσσεται σε επίπεδα που κυμαίνονται μεταξύ 23.000 και 25.000 ευρώ. Εύλογα λοιπόν γεννάται το ερώτημα πως ένας επιτηδευματίας με όλη την καλή διάθεση που τον διακρίνει, αναφορικά με τη συμβολή του στην τόνωση της απασχόλησης μέσω της διατήρησης του εργατικού δυναμικού που διαθέτει, θα μπορέσει να ανταπεξέλθει σε τόσο αντίξοες και δυσχερείς συνθήκες.
Πίνακας 1(ΦΠΑ): Κόστος Μισθοδοσίας και Λειτουργικό Κόστος μίας μέσης (ατομικής) επιχείρησης Λιανικού Εμπορίου, σε ετήσια βάση | |
Μίσθωση εμπορικού ακινήτου (ενοίκιο) | 6.000 € |
Κατανάλωση ηλεκτρικής Ενέργειας (Λογαριασμός ΔΕΗ) | 1.980 € |
Λειτουργικό Κόστος (1) | 7.980 € (1) |
Απασχόληση πωλητή, άγαμου, με 3 χρόνια προϋπηρεσίας |
15.860 € |
Κόστος Μισθοδοσίας (2) | 15.860 € (2) |
Συνολικό Κόστος Επιχείρησης (1) + (2) | 23.840 € (1) + (2) |
Εν κατακλείδι, αυτό που πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα των αρμόδιων χάραξης και λήψης μέτρων οικονομικής πολιτικής, συνοψίζεται στη θέσπιση χρηστικών και ορθολογικών διατάξεων που συντελούν στην επίλυση χρόνιων παθογενειών της ελληνικής οικονομίας και οι οποίες ικανοποιούν πάγια αιτήματα των παραγωγικών φορέων. Ως εκ τούτου, ο διπλασιασμός του ποσού που θεσπίστηκε θα πρέπει να αποτελέσει βασικό μέλημα των υπεύθυνων άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής, έτσι ώστε τις ευεργετικές συνέπειες του μέτρου να καρπωθούν οι "start-up" επιχειρηματικές μονάδες που στα πρώτα τους βήματα αποτελούν τη μικρή επιχειρηματικότητα της ελληνικής οικονομίας και χρήζουν άμεσης αρωγής.
9. Ισχύς του μέτρου της συλλογής αποδείξεων και στους ελεύθερους επαγγελματίες: Η επιλεκτική εφαρμογή του μέτρου συλλογής των αποδείξεων σε συγκεκριμένες μόνο ομάδες, όπως οι μισθωτοί και συνταξιούχοι, αγγίζει τα όρια του παραλογισμού, καθώς στην ουσία στερεί τη δυνατότητα κάρπωσης φορολογικών ελαφρύνσεων από την πλευρά των επιτηδευματιών, υποτιμώντας την πολύτιμη συνεισφορά τους στην προσπάθεια τόνωσης της καταναλωτικής δαπάνης. Η ΕΣΕΕ έχει από μακρού έχει προτείνει να εκπίπτει το σύνολο των αποδείξεων όλων των επαγγελματικών κλάδων και όλων των φορολογουμένων κατά ένα ποσοστό από το εισόδημα και το υπόλοιπο αυτού να φορολογείται με βάση την υφιστάμενη φορολογική κλίμακα. Η αφομοίωση ενός τέτοιου συστήματος θα βελτίωνε τη φορολογική συνείδηση των υπόχρεων, παρέχοντάς τους ένα ισχυρό κίνητρο καθολικής και ενσυνείδητης συλλογής αποδείξεων.
10. Μείωση του ΕΦΚ στο πετρέλαιο και των τελών κυκλοφορίας: Η ΕΣΕΕ ζητά τη μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης που επιβάλλεται στο πετρέλαιο θέρμανσης για την ερχόμενη χειμερινή περίοδο 2014-2015 στα επίπεδα του 2011, δηλαδή στα 60 ευρώ ανά χιλιόλιτρο. Η ΕΣΕΕ υποστηρίζει ότι η αποτυχία του μέτρου για την εξίσωση του ΕΦΚ στο πετρέλαιο θέρμανσης ήταν αναμενόμενη, πράγμα που επιβεβαιώνεται από επίσημα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου. Μείωση, όμως, ζητά η Συνομοσπονδία και για τα τέλη κυκλοφορίας, η αύξηση των οποίων είχε την ίδια τύχη με την αύξηση του ΕΦΚ.
11.Αξιοποίηση των Συνεταιριστικών Τραπεζών: Η βελτίωση της χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με μικρο-δάνεια, μπορεί να επιτευχθεί με την αξιοποίηση των Συνεταιριστικών Τραπεζών. Η πρόταση που έχει καταθέσει η ΕΣΕΕ προς τα Υπουργεία Οικονομικών και Ανάπτυξης αλλά και την Τράπεζα της Ελλάδος, είναι η μετεξέλιξη των δομών των "καλών" Συνεταιριστικών Τραπεζών που απέμειναν, σε μία Αναπτυξιακή Τράπεζα Μικρών Επιχειρήσεων (ΑΤΜΕ) ειδικού σκοπού με τραπεζικές εγγυοδοτικές και χρηματοδοτικές δυνατότητες για τις ΜμΕ. Προς αυτή την κατεύθυνση ήδη Συνεταιριστική Τράπεζα υπέγραψε με την Action Finance Initiative σύμβαση συνεργασίας για την παροχή μικρο-δανείων. Βασικός στόχος θα είναι η συγκέντρωση - συγχώνευση όλων των προγραμμάτων ανάπτυξης στην ΑΤΜΕ και η άμεση προώθησή τους με ενιαίο τρόπο, καθώς επίσης και η παροχή μικρό-δανείων "micro finance" αποκλειστικά σε μεσαίου και μικρού μεγέθους επιχειρήσεις. Η Αναπτυξιακή Τράπεζα, μαζί με το Ελληνικό Επενδυτικό Ταμείο ΕΤ/IGG θα μπορεί να έχει πρωτεύοντα και όχι συμπληρωματικό ρόλο, ενώ παράλληλα θα αναπτύξει ένα δυναμικό - στοχευμένο management, μέσω απλών - τυποποιημένων χρηματοδοτικών προϊόντων για την άμεση ανταπόκριση στο πρόβλημα της ρευστότητας και των εγγυήσεων της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.
Στο παραπάνω πλαίσιο, η ΕΣΕΕ βρίσκεται ανά πάσα στιγμή στη διάθεση του Υπουργείου, προκειμένου να αναπτυχθεί ένας διάλογος με την ΕΣΤΕ και τη ΓΣΕΒΕΕ, σχετικώς με τον καθορισμό του ενδεδειγμένου τρόπου αντιμετώπισης εκείνων των επιχειρήσεων που εκκινούν ή επανεκκινούν μέσω μικρο-δανείων.
12. Αποκατάσταση αδικιών και λαθών του ΕΝΦΙΑ:
Στην ουσία πρόκειται για έναν μόνιμο διπλό (υπό προϋποθέσεις) φόρο στα ακίνητα, καθώς από τη μία πλευρά έχουμε τον καταλογισμό ενός κύριου/βασικού φόρου για πάσης φύσεως ακίνητα (κτίσματα, οικόπεδα εντός και εκτός σχεδίου πόλεως, αγροτεμάχια, βοσκοτόπους κ.α.), ενώ παράλληλα προβλέπεται και η επιβολή ενός συμπληρωματικού φόρου στους κατόχους ακίνητης περιουσίας, η οποία ξεπερνάει τις 300.000 ευρώ, στα πρότυπα του καταργηθέντος ΦΑΠ. Θεωρούμε ότι ο διπλός φόρος επιβαρύνει υπέρμετρα ιδιοκτήτες και επιχειρήσεις που κατέχουν τα παραπάνω ακίνητα, σε μία δύσκολη περίοδο κρίσης και ύφεσης και συνεπώς, προτείνουμε τη μείωση κατά 50% των φορολογικών συντελεστών του συμπληρωματικού φόρου ΕΝΦΙΑ (βλ. Πίνακα 2), προκειμένου σε καμία περίπτωση να μην υπερβαίνει (ο συμπληρωματικός φόρος) την επιβάρυνση του βασικού φόρου (ΕΝΦΙΑ).
Πίνακας 2: Συμπληρωματικός φόρος ΕΝΦΙΑ | ||||
Κλιμάκια | Φορολογικός συντελεστής | Φόρος κλιμακίου | Ύψος ακίνητης περιουσίας | Αναλογούν φόρος |
300.000 | 0% | 0 | 300.000 | 0 |
100.000 | 0,1% | 100 | 400.000 | 100 |
100.000 | 0,2% | 200 | 500.000 | 300 |
100.000 | 0,3% | 300 | 600.000 | 600 |
100.000 | 0,6% | 600 | 700.000 | 1.200 |
100.000 | 0,7% | 700 | 800.000 | 1.900 |
100.000 | 0,8% | 800 | 900.000 | 2.700 |
100.000 | 0,9% | 900 | 1.000.000 | 3.600 |
1,0% |
Ο εν λόγω "συμπληρωματικός" φόρος υπολογίζεται στη συνολική αξία των κτισμάτων και των οικοπέδων εντός σχεδίου πόλεως ή οικισμών που ανήκουν σε φυσικά πρόσωπα και χαρακτηρίζεται από τη προοδευτικότητά του και την ύπαρξη αφορολόγητου ορίου της τάξεως των 300.000 ευρώ (αντικειμενικής αξίας). Ο κατώτερος συντελεστής του είναι 0,1% για ακίνητη περιουσία πάνω από τις 300.000 ευρώ ενώ ο μεγαλύτερος είναι 1% για περιουσία αντικειμενικής αξίας μεγαλύτερης του 1 εκ ευρώ.
Πρέπει να τονιστεί το γεγονός, πως από την έναρξη κιόλας της αποστολής των πρώτων εκκαθαριστικών σημειωμάτων του ΕΝΦΙΑ, έχει προκληθεί έντονη αναστάτωση και αγανάκτηση στους ήδη υπερφορολογημένους ιδιοκτήτες ακινήτων, με αποτέλεσμα να απαιτούνται διορθωτικές παρεμβάσεις για την άμεση αποκατάσταση αδικιών και λαθών. Ιδιαίτερα δε, η διάταξη, η οποία θέτει ως προαπαιτούμενο για τη χορήγηση φορολογικής ενημερότητας την εξόφληση των πέντε (5) δόσεων του ΕΝΦΙΑ αλλά και οι περιορισμένης χρονικής διάρκειας ευεργετικές διατάξεις του Νόμου για Φυσικά και Νομικά Πρόσωπα που δραστηριοποιούνται σε πολύ μικρά νησιά κάτω των 3.100 κατοίκων και οι οποίες εκπνέουν με το πέρας του 2015, χρήζουν μέριμνας και άμεσης τροποποίησης εκ μέρους των υπευθύνων άσκησης φορολογικής πολιτικής.
Η ΕΣΕΕ ζητά την επιβεβλημένη αναθεώρηση στους υπολογισμούς του ΥΠ.ΟΙΚ. με περυσινές τιμές γης, τόσο στο βασικό φόρο, όσο και στην επιβολή του συμπληρωματικού φόρου, που ξεπερνά σε πολλές περιπτώσεις το 1% της σημερινής "φουσκωμένης", αντικειμενικής μεν, αλλά όχι πραγματικής δε, αξίας του ακινήτου. Συναφώς, η μετάθεση της καταβολής της πρώτης δόσης στο τέλος Σεπτεμβρίου αντί για το τέλος Αυγούστου και η αύξηση του αριθμού των μηνιαίων δόσεων από πέντε (5) σε επτά (7), με ορίζοντα αποπληρωμής της συνολικής υποχρέωσης στα τέλη Μαρτίου του 2015, συνιστούν βελτιωτικές παρεμβάσεις χρηστικού περιεχομένου, οι οποίες αναμένεται να ανακουφίσουν τη συντριπτική πλειοψηφία των ελλήνων φορολογουμένων.
[1] Το εν λόγω ποσό ισχύει για νομικά πρόσωπα που ασκούν εμπορική δραστηριότητα και έχουν την έδρα τους σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από 200.000 κατοίκους, ενώ για εκείνα που δραστηριοποιούνται σε περιοχές με πληθυσμό έως 200.000 κατοίκους, η επιβάρυνση ανέρχεται στα 800 ευρώ ανά έτος.
Βαθμολογήστε το άρθρο:
- Εισέλθετε στο σύστημα ή εγγραφείτε για να υποβάλετε σχόλια